Σε μιά άλλη εποχή πολεμήσαμε μαζί τους Άραβες και τους Τούρκους. Τότε φοράγαμε τον Σταυρό, συνδετικό σύμβολο της χριστιανικής Ευρώπης, αν και περισσότερο πιστεύαμε στο σπαθί μας και λιγότερο στο Χριστό. Ο Αντόνιους Μπλόκ ήταν Σουηδός, ένας ιδεαλιστής στρατιώτης, που πάντα αναζητούσε την αλήθεια και το νόημα της ζωής. Πριν από επτακόσια τόσα χρόνια χωρίσαμε πικραμένοι και νικημένοι, αφήνοντας πίσω μας τους Άγιους Τόπους χωρίς ελπίδες επιστροφής.
Σε αυτή τη ζωή, τον ξανασυνάντησα καθυστερημένα στους δρόμους της τέχνης, πολύ μετά τον Δον Κιχώτη και τον Ιππότη του Ντύρερ, γι’ αυτό και τον αποκαλώ τρίτο ιππότη.
Ο Αντόνιους Μπλόκ, ο τρίτος ιππότης (του κινηματογράφου), έχει άλλωστε κοινά στοιχεία και με τους δύο άλλους (της λογοτεχνίας και της ζωγραφικής): Χαρακτηρίζεται από τον ιδεαλισμό του πνευματικού τύπου του πρώτου, που αδιαφορεί γιά την πρακτική πλευρά των πραγμάτων χωρίς όμως να καταλήγει «ιππότης της ελεεινής μορφής». Ιππεύει όπως ο δεύτερος, ανάμεσα στον Θάνατο και τον Διάβολο χωρίς όμως την ακλόνητη πίστη και την περιφρόνηση που διακρίνει τον Γερμανό ιππότη.
Πριν λίγα χρόνια, στην ανοιχτή αίθουσα ενός θερινού σινεμά, έμαθα ποιά ήταν η κατάληξή του, στην κορυφαία ταινία Det Sjunde Inseglet του συμπατριώτη του Ingmar Bergman.
Ο αφηγητής διαβάζει την Αποκάλυψη του Ιωάννη :
«. . . Κι όταν άνοιξε την έβδομη σφραγίδα έγινε σιγή στον ουρανό ώς μισή ώρα. Κι ύστερα είδα τους εφτά αγγέλους που στέκουνταν μπροστά στο Θεό και τους δόθηκαν εφτά σάλπιγγες. . . »
Το πρώτο πλάνο μας δείχνει τον συννεφιασμένο ουρανό. Το άνοιγμα της έβδομης και τελευταίας σφραγίδας σηματοδοτεί την οριστικοποίηση των συμβάντων που οδηγούν στο τέλος του κόσμου.
Η κάμερα εστιάζει δίπλα στη θάλασσα: σε μιά πετρώδη ακρογιαλιά, ξεκουράζεται ο Σουηδός Σταυροφόρος παίζοντας σκάκι με τον εαυτό του, έχοντας δίπλα του το σπαθί του. Εχει μόλις επιστρέψει στην πατρίδα έπειτα από δέκα χρόνια περιπλάνησης, αδύναμος και χωρίς τις απαντήσεις που έψαχνε.
Εκεί, στα σύνορα της ξηράς με το υγρό στοιχείο, τον πλησιάζει απειλητικά ο μαύρος αγγελιοφόρος και τον καλεί στο τελευταίο του ταξίδι. O τέταρτος καβαλάρης της Αποκάλυψης, ο Θάνατος πάνω στο χλωμό του άλογο έχει ήδη ελευθερωθεί με το άνοιγμα της τέταρτης σφραγίδας.
Ο παλιός μου σύντροφος προτείνει στο Θάνατο μιά παρτίδα σκάκι: « Θά ζήσω όσο παίζουμε. Αν νικήσω θα με αφήσεις ». Προσπαθεί να κερδίσει λίγο χρόνο γιά να ξαναδεί το κάστρο του και ίσως για να απαντήσει στα χρόνια, μεταφυσικά του ερωτήματα.
Στο ζοφερό τοπίο της χριστιανικής μυθολογίας των σπασμένων σφραγίδων, καθώς επίκειται το τέλος του κόσμου κι εξαπλώνεται μιά επιδημία πανούκλας, ο Αντόνιους Μπλόκ ψάχνει τον Θεό ανάμεσα σε ιεροκήρυκες του φόβου και αρρωστημένους πιστούς, βρωμερούς χωριάτες και τρελαμένες μάγισσες.
Οπως λέει ο ίδιος, ζει στα όνειρα και στις φαντασιώσεις, δεν φοβάται να πεθάνει αλλά θέλει γνώση, όχι πίστη και υποθέσεις. Δεν βρίσκει δικαίωση στη ζωή που ορίζεται μόνον από τον θάνατο. Αγνωστικιστής που θέλει αλλά δεν μπορεί να πιστέψει, ψάχνει ακόμη και τον Διάβολο ώστε να τον ρωτήσει γιά την ύπαρξη του Θεού.
Η σωστή απάντηση γιά το νόημα της ζωής - αν και όχι γιά τον Θεό - έρχεται μέσα από την συναναστροφή με μιά «θεία» οικογένεια πλανόδιων γελωτοποιών. Η χαρά της ζωής βρίσκεται στα απλά πράγματα: στην υγεία, στην αγάπη της οικογένειας, στον δροσερό αέρα μιάς φωτεινής ημέρας, στην ομορφιά του φυσικού τοπίου.
Οι απλοϊκοί αυτοί άνθρωποι δεν είναι όμως συνηθισμένοι βιοπαλαιστές, είναι θεατρίνοι και τραγουδοποιοί. Ο άνδρας καλλιτέχνης βλέπει οράματα πέρα από την επιφάνεια των πραγμάτων και μας υπενθυμίζει τον τρόπο που η Τέχνη μπορεί να σώζει. Ο κόσμος δικαιώνεται ως αισθητικό φαινόμενο και ο πρώην σταυροφόρος μπορεί να δικαιωθεί επίσης ως φρουρός των συνόρων, ως φύλακας της ομορφιάς του κόσμου, της τέχνης και της κοινότητας των απλών, άξιων ανθρώπων.
Ο ιππότης-φρουρός μέσα στο δάσος, με τη λαβή του σπαθιού προτεταμένη στον ώμο, χάνει φυσικά την παρτίδα με τον Θάνατο αφού όμως πρώτα έχει εξασφαλίσει την διαφυγή και σωτηρία του ζευγαριού των καλλιτεχνών.
Μέσα στην καταιγίδα, επιστρέφει στον πύργο του κι εκεί ο Θάνατος τον παίρνει και τον οδηγεί μαζί με τους άλλους χαρακτήρες του δράματος σ’ έναν εξόδιο, μακάβριο χορό.
Ο ευεργετημένος, οραματιστής καλλιτέχνης βλέπει την σκηνή από μακριά και την αποθανατίζει στη μνήμη του και στην δική μας σαν μιά τελευταία φωτογραφία υψηλής αισθητικής. Βεβαίως, το τέλος γιά μας είναι πάντα μιά νέα αρχή . . .
Δεν ήταν πρόθεσή μου να γράψω γενικά γιά το έργο, την εικονογράφιση και τους άλλους συμβολικούς χαρακτήρες. Αλλωστε ο πραγματιστής, κυνικός, γενναίος και άθεος ιπποκόμος Γιένς αξίζει μόνος του ένα ξεχωριστό κείμενο - η στάση του καμμία σχέση δεν έχει με τον χυδαίο ρεαλισμό πληβείου, τύπου Σάντσο Πάντσα.
Ηθελα μόνον να θυμηθώ τον παλιό μου συμπολεμιστή και να υποστηρίξω την προσωπογραφία, που τόσο πιστά κατέγραψε ο φακός της μηχανής του σκηνοθέτη.
Οπως λέει ταιριαστά κι ο Οσκαρ Γουάϊλντ μέσω του λόρδου Χένρυ, σε ένα από τα ευαγγέλια της αισθητικής μας: «Λατρεύω τις απλές απολαύσεις ... Είναι το τελευταίο καταφύγιο των σύνθετων ανθρώπων».
Η Εβδομη Σφραγίδα (1956): σκηνοθεσία και σενάριο του Ι. Μπέργκμαν, φωτογραφία του Γκούναρ Φίσερ, Αντόνιους Μπλόκ ο ηθοποιός Μαξ φον Σίντοβ.
Το απόσπασμα από την Αποκάλυψη του Ιωάννη: σε μεταγραφή του Γ. Σεφέρη.
Ευαγγέλιο της Αισθητικής: Το Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέη.
3 σχόλια:
όσο βαδίζεις πίσω από τον Bergman, τα λες πολύ καλά.
Σοφή και η ατάκα του Wilde.
Για τα υπόλοιπα ....
Μεγάλο έργο τέχνης αυτό το έργο και θυμάμαι ότι είχαμε συνταξιδέψει.
ορθολογιστή που αναφέρεται σε προηγούμενες ζωές του ως υπαρκτές πρώτη φορά βλέπω.. και μάλλον ούτε θα ξαναδώ..
Δημοσίευση σχολίου