1/6/14

THE BARBARIAN ICON

«The desert shimmered in the heat waves. Conan the Cimmerian stared out over the aching desolation and involuntarily drew the back of his powerful hand over his blackened lips. He stood like a bronze image in the sand, apparently impervious to the murderous sun, though his only garment was a silk loin-cloth, girdled by a wide gold-buckled belt from which hung a saber and a broad-bladed poniard. On his clean-cut limbs were evidences of scarcely healed wounds.
   At his feet rested a girl, one white arm clasping his knee, against which her blond head drooped. Her white skin contrasted with his hard bronzed limbs; her short silken tunic, lownecked and sleeveless, girdled at the waist, emphasized rather than concealed her lithe figure
 
Οι παραπάνω παράγραφοι του διηγήματος THE SLITHERING SHADOW του Robert E. Howard, αποτελούν πιθανότατα την πηγή έμπνευσης του ζωγραφικού πίνακα, που άλλαξε με δραματικό τρόπο την εικονογράφηση των ιστοριών Μαγείας και Ξίφους. Ο Κόναν σκιαγραφείται μέσα σε λίγες γραμμές σαν αγέρωχος πολεμιστής με εμφανείς τις ουλές των πληγών της μάχης στο μπρούτζινο κορμί του. Μια λευκόδερμη γυναίκα, γαντζωμένη στα πόδια του, υπογραμμίζει την κομπαστική ανδροπρέπεια της εικόνας.


Ο Frazetta επηρεάστηκε ελεύθερα από το κείμενο καταφέρνοντας με τον χρωστήρα να μεταφέρει τη σκηνή στον πρότυπο τόπο των ιδεών. «Ο Κόναν ήρθε σε μένα την κατάλληλη στιγμή. Η χρονική σύμπτωση ήταν ιδανική. Είχα κάτι να αποδείξω...».
Στον πίνακα THE BARBARIAN, ο Κιμέριος στέκεται όρθιος στην κορυφή μιας βλεδυρής μάζας από σφαγιασμένους εχθρούς ενώ πίσω του μαίνονται φωτιές της κόλασης και δεσπόζουν δαιμονικές νεκροκεφαλές. Γυμνός, όπως αρμόζει στον μνημειακό ρεαλισμό, ο μακρυμάλλης βάρβαρος βρίθει εντούτοις από στολίδια: σκουλαρίκια και στα δύο αυτιά, περιδέραιο στο λαιμό, δακτυλίδι στον δεξιό βραχίονα, βραχιόλι στον αριστερό καρπό, στη μέση ζώνες με αγκράφες και επιθέματα, κρεμαστή αλυσίδα και περίτεχνα όπλα, μαχαίρι και σπαθί.
Πριν από μισό αιώνα, ο Frazetta υποβάλλοντας την αισθητική πρόταση της άξεστης ομορφιάς ενός βάρβαρου πολεμιστή, εγκαινίασε μια νέα εποχή επικής φαντασίας, που διαρκεί μέχρι σήμερα.
 

Ο πίνακας έγινε για το εξώφυλλο του CONAN THE ADVENTURER, πρώτο βιβλίο της επανέκδοσης των ιστοριών του Conan από τον εκδοτικό οίκο Lancer. Ο τόμος κυκλοφόρησε το 1966 και περιλάμβανε τρείς αυθεντικές ιστορίες (THE PEOPLE OF THE BLACK CIRCLE, THE SLITHERING SHADOW, THE POOL OF THE BLACK ONE) του Howard και μια τέταρτη (DRUMS OF TOMBALKU), που βασιζόταν σε ατιτλοφόρητο προσχέδιό του αλλά είχε ολοκληρωθεί από τον συγγραφέα και επιμελητή L. Sprague de Camp.
Στο χρονικό διάστημα 1966-1971 κυκλοφόρησαν οκτώ συνολικά Conan τόμοι με εξώφυλλα έργων του Frazetta. Φωτιά και πάγος εναλλάσσονταν θριαμβευτικά πάνω στον ανελέητο καμβά της σφαγής και της δόξας: The Barbarian, Indomitable, Berserker, Chained, Man-Ape, Sacrifice, The Snow Giants, Destroyer.
Οι ευπατρίδες ήρωες της Ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας και οι ευγενικοί ιππότες του Μεσαίωνα που μονοπωλούσαν έως τότε το ύφος της λαϊκής, ιστορικής περιπέτειας, πέρασαν στο παρασκήνιο. Στους παράλληλους κόσμους του Fantazy θα κυριαρχούσαν πλέον οι λευκοί βάρβαροι του Frazetta, οι «Βίκινγκς» που θα γεννιόνταν στο εργαστήριό του αναμειγνύοντας με μοναδική ικανότητα πραγματικότητα και φαντασία και το πνεύμα του Howard.
 
Ο ζωγράφος έδωσε σε αυτούς τους πίνακες τον καλύτερο εαυτό του για πολλούς λόγους: του άρεσαν και του ταίριαζαν βέβαια οι ιστορίες του REH αλλά επίσης, αντίθετα με τα προγενέστερα συμβόλαια, πληρωνόταν πολύ καλύτερα για την εργασία του και μπορούσε να κρατήσει στην ιδιοκτησία του τα πρωτότυπα έργα.
Ο Frazetta είχε δηλώσει πως όχι μόνον ήταν κατά την περίοδο αυτών των εξωφύλλων που ο ίδιος συνειδητοποίησε τη δύναμη της τέχνης του, αλλά και πως θα ήθελε στο μέλλον να τον θυμούνται ως τον σημαντικότερο εικονογράφο του REH και του Conan. Στην προσδοκία του αυτή, ο σκηνοθέτης John Milius τον επιβεβαιώνει απερίφραστα, αναγορεύοντάς τον σε αρχιερέα του Κιμμέριου. Άλλωστε, μια αντικειμενική θεώρηση της δημοφιλίας του REH ήδη από τις πρώτες επανεκδόσεις των έργων του, δείχνει ξεκάθαρα πως πριν τα κόμικς και τις ταινίες, τα εξώφυλλα του Frazetta ήταν ο καταλύτης ανάδειξης του Κόναν σε παγκόσμιο είδωλο.
 
Στην πραγματικότητα, ο Frazetta με τον πίνακα THE BARBARIAN, όχι μόνον συνδέθηκε άρρηκτα με τον Howard,  αλλά πρωτίστως θεμελίωσε εικαστικά το απόλυτο όραμα της ηρωικής φαντασίας.
 
 
 
 
Ο πίνακας: THE BARBARIAN (Oil on canvas, 1965).
Το βιβλίο: CONAN THE ADVENTURER, Lancer Books (1966). Κυκλοφόρησε στην Ελλάδα είκοσι χρόνια αργότερα με τίτλο ΚΟΝΑΝ Ο ΤΥΧΟΔΙΩΚΤΗΣ (εκδόσεις SPACE/COSMOS, 1986), δίχως όμως το εμβληματικό εξώφυλλο του Frazetta.
Το κείμενο της εισαγωγής: Οι πρώτες παράγραφοι από την ιστορία του Howard, THE SLITHERING SHADOW (XUTHAL OF THE DUSK). Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό WEIRD TALES (Σεπτέμβριος 1933).
Κύριες επιρροές: Ο Frazetta άντλησε ιδέες για τους πίνακες του Κόναν από την ταινία εποχής The Vikings (1958) και από την μακροχρόνια και επαναλαμβανόμενη απεικόνιση των Σαξόνων και των λοιπών βαρβάρων στον κλασικό Prince Valiant του Harold R. Foster.