Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί το πολίτευμα της δημοκρατίας - δηλαδή της κυριαρχίας του λαού - δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις τους: προσάρμοζε μάλλον τους νόμους και τις ιδέες στις αλλαγές των περιστάσεων αντί να επιβάλλει τα πρότυπα και τα ιδεώδη στις περιστάσεις.
Όμως ακόμη κι εμείς, οι θαυμαστές της ηρωικής αριστοκρατίας, δεν υποτιμούμε την ποιότητα της κλασσικής, πολιτικής δημοκρατίας των Αθηνών.
Στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου ο πληθυσμός της Αττικής ήταν περίπου 350 χιλ άνθρωποι. Από αυτούς οι μισοί ήταν Αθηναίοι, 35 χιλ ήταν μέτοικοι και 140 χιλ ήταν δούλοι. Οι ενήλικοι Αθηναίοι άντρες, δηλαδή οι πραγματικοί πολίτες δεν ξεπερνούσαν τους 30 χιλιάδες.
Οι ελεύθεροι αυτοί άντρες αγαπούσαν την απλότητα και τη συμμετρία, πίστευαν στη λογική, λάτρευαν την ομορφιά, διέθεταν πολιτική παιδεία, κατείχαν την τέχνη του λόγου και διέπονταν από πνεύμα φυλετικής ανωτερότητας. Οι ίδιοι πολεμούσαν ο ένας δίπλα στον άλλο υπομένοντας όπως λέει ο Περικλής τα πλήγματα του εχθρού με θάρρος κι αυτά των θεών με υπομονή.
Πολίτες - οπλίτες συνδύαζαν με μοναδικό τρόπο τον ορθό λόγο με την αιχμή της λόγχης και μόνον αυτοί, ένα ποσοστό μικρότερο από το ένα δέκατο του συνολικού πληθυσμού, αποφάσιζαν γιά τα κοινά και την τύχη όλων.
Οι αναλογίες δεν έχουν αλλάξει στον σύγχρονο κόσμο όσο κι αν επιτηδευμένα προσχήματα διαστρέφουν την πραγματικότητα. Ούτε οι γεννημένοι δούλοι έγιναν ποτέ αληθινά ελεύθεροι, ούτε οι μετανάστες απέκτησαν καθαρή καταγωγή, ούτε και οι γυναίκες έγιναν βέβαια άντρες. Αντιθέτως, οι ελεύθεροι υποδουλώθηκαν, οι γηγενείς έγιναν ξένοι και οι άντρες ξέπεσαν στην θηλυπρέπεια.
Η αλόγιστη, γενική επέκταση της ιδιότητας του πολίτη είχε ως φυσική συνέπεια την υπονόμευση των αρίστων, την αλλοίωση των εννοιών και τελικά την οριστική διάλυση του πολιτεύματος. Η αρχαία πολιτική δημοκρατία δεν έχει πιά καμμιά ουσιαστική σχέση με την σύγχρονη, μαζική και αντιπροσωπευτική δημοκρατία των αμόρφωτων και των δειλών.
Η Ελλάδα όπως άλλωστε και η υπόλοιπη Ευρώπη είναι σήμερα ένας άγονος τόπος δίχως αίμα και τιμή. Κατοικεί εδώ το φάντασμα ενός κάποτε μεγάλου λαού σέρνοντας χρυσές αλυσίδες κατανάλωσης και καλοπέρασης. Είναι απροκάλυπτη πιά η ανικανότητα της πολιτικής ηγεσίας, του κρατικού μηχανισμού, των υπηρεσιών εκπαίδευσης και περίθαλψης, της αστυνομίας και του στρατού. Η ανεπάρκεια της παιδείας, η μαλθακότητα και η ανώφελη ευαισθησία της παρακμής συντηρούν την ξεπεσμένη δημοκρατία των χοντρών, των κλεφτών και των ηλιθίων.
Τυφλοί, ανάπηροι κι εκφυλισμένοι ακολουθούν υπνωτικά ο ένας τον άλλο προς το βάραθρο του χαμού.
Ο πίνακας: The Parable of the Blind (1568) του Pieter Bruegel.
Δύο ψηφιακά χρόνια: Η Σημαία κυματίζει πάνω στο τείχος της τελευταίας φρουράς.