«Πήγα
στο δάσος επειδή επιθυμούσα να ζήσω συνειδητά, να αντιμετωπίσω μονάχα τα
ουσιώδη της ζωής και να δω αν θα μπορούσα να μάθω όσα είχε να μου διδάξει, έτσι
ώστε όταν θα ερχόταν η ώρα μου να πεθάνω, να μην ανακάλυπτα ξαφνικά ότι δεν
είχα ζήσει ποτέ.»
Βαδίζω σκεπτικός στο
χορταριασμένο μονοπάτι. Ψάχνω ανάμεσα στους μακρόβιους πλατάνους το άβατο του
Πάνα. Βρέχει ασταμάτητα καθώς κινούμαι δίπλα στο κρυστάλλινο ποτάμι. Παρατηρώ
το είδωλό μου στο ταραγμένο νερό κι αναρωτιέμαι αν έζησα ποτέ αληθινά, αν έστω
για μια φορά πλησίασα τα όρια των δυνατοτήτων μου. Κρατώ την ανάσα μου μήπως
ακούσω την απάντηση μέσα από το βαρύ θρόισμα των φύλλων.
Εύγλωττη και φορτισμένη σιωπή. Ομίχλη και κρύο. Μολυβένιος ουρανός που αγγίζει τη γη. Η πανοπλία μου σιγά-σιγά διαλύεται, η ηλικία αρχίζει να με βαραίνει,
η παράλογη υπεροψία μου καταρρέει. Πέρασε η εποχή που τίποτε στον κόσμο δεν
έμοιαζε αδύνατο κι όμως ακόμη δεν συμφιλιώθηκα με την μετρημένη και προβλέψιμη
ζωή μου. Χαίρε! δηκτική και αδιάφορη μοίρα. Οι άθυμοι και κατηφείς μεσήλικες σε χαιρετούν.
Ο αδερφός μου διαβάζει Το
τελευταίο καλοκαίρι του Κλίνκσορ και με προτρέπει ν’ αδειάσουμε τις κούπες μέχρι
τον πάτο! Ζηλεύω τον ενθουσιασμό του μα γνέφω απλώς συγκαταβατικά. Θυμάμαι μια πρόταση
από το βιβλίο, που κάποτε είχα με το μολύβι μου υπογραμμίσει... για εκείνον που
τα πάντα είχε γευτεί κι αγέρωχος έφτυσε μέσα στο κρασί κι έσπασε την κούπα του στο
πάτωμα.
«Η
αληθινή σοδειά της ζωής μου είναι τόσο άπιαστη και απερίγραπτη όσο τα χρώματα
της αυγής και του σούρουπου. Είναι λίγη αστρόσκονη που κατάφερα κι έπιασα, ένα
κομμάτι του ουράνιου τόξου που μπόρεσα και γράπωσα.»
Είναι πικρή η αίσθηση της
ανεπάρκειας κι απελπισμένη η ανάγκη μου να ζήσω την μοναδικότητα κάποιας εξαίσιας
στιγμής. Αχ! να μπορούσα να κατακτήσω τον χρόνο που δεν χάνεται αλλά
μεγενθύνεται, τον τόπο που η αλήθεια φανερώνεται με σαφήνεια και επάρκεια...
Πριν το σκοτάδι με κυριεύσει
άφησα πίσω μου το δάσος και το ποτάμι. Έφυγα ανικανοποίητος όπως ήρθα. Τον Πάνα
δεν τον είδα πουθενά.
Οι δανεισμένες φράσεις: Από το κλασικό βιβλίο της αμερικανικής λογοτεχνίας Walden ή Η
ζωή στο δάσος (1854), του Henry
D. Thoreau.
Το τελευταίο
καλοκαίρι του Κλίνκσορ: Διήγημα
του Έρμαν Έσσε (γραμμένο μεταξύ
1919-1920), που πραγματεύεται την πτώση των αξιών του Δυτικού Πολιτισμού.
Η
φωτογραφία: Από την πρόσφατη
περιήγησή μου στα δάση της Αρκαδίας με αδερφούς και φίλους. Αφορμή, η γιορτή του Χειμώνα στο χωριό
Αλωνίσταινα, το πρώτο Σαββατοκύριακο του Δεκεμβρίου.
Η μεταφυσική απορία: ET IN ARCADIA EGO. Στιγμές περισυλλογής
στο Ασκληπιείο της αρχαίας Γόρτυνας, δίπλα στον ποταμό Λούσιο.
Ο Πλούταρχος κάποτε «...ἤκουσεν, ὅτι ὁ μέγας Πὰν τέθνηκεν».
Ο Πλούταρχος κάποτε «...ἤκουσεν, ὅτι ὁ μέγας Πὰν τέθνηκεν».
8 σχόλια:
Θυμήθηκα μια παλιά σου αναφορά (σε παλιό τεύχος της έντυπης WFotS-δεκαετία '90) περί της αναζήτησης της "σοδειάς της ζωής" μέσα από το δάσος:
«Λαχταρώ να περπατήσω ξανά στο βουνό, το βουνό του Γκοντ, στα δάση, το φθινόπωρο που τα φύλλα λάμπουν. Είναι καιρός να πάω εκεί, να πάω σιωπηλός, να πάω μόνος. Και μπορεί εκεί να μάθω τελικά αυτό που καμιά πράξη ή δύναμη δεν μπορεί να με διδάξει, αυτό που δεν έμαθα ποτέ.» (από το "Έπος της Γαιοθάλασσας" της Ούρσουλα Λε Γκεν).
Οι παρούσες ενδιαφέρουσες αναφορές σου στον πρωτοπόρο οικολόγο Thoreau και στο Αρκαδικό Ιδεώδες (ελληνορωμαϊκής προέλευσης), ίσως χρήζουν ανάλυσης στο μέλλον… διότι αρκετοί από εμάς πίστεψαν και πιστεύουν ότι ο τόπος που η αλήθεια φανερώνεται είναι η γη των απαρχών, η Αρκαδία. Η Αρκαδία του Ησιόδου, του Θεοκρίτου, του Βιργιλίου, του Ορατίου, του Οβιδίου και του Παυσανία, η Αρκαδία των ρωμαϊκών κήπων, των ζωγράφων, των ποιητών και των ταξιδευτών της Αναγέννησης, η Αρκαδία του ανθρώπου που ζητά αυτεπίγνωση μέσα από την ιερή σχέση του με το περιβάλλον/φύση, μέσα από το τοπίο. Et in Arcadia ego…
«Η γη μας γη των άφθαρτων αερικών και ειδώλων, πασίχαρος και υπέρτερος θεός μας είν' ο Απόλλων. Η Αρχαία Ψυχή ζει μέσα μας αθέλητα κρυμμένη. Ο Μέγας Παν δεν πέθανε, όχι. Ο Παν δεν πεθαίνει!» (από το "Ουράνια" του Κωστή Παλαμά)
Battle Angel
Καλή χρονιά Ιππότη! Και μην μελαγχολείς: θα έρθουν και άλλες ζωές και θα φοράμε πραγματική πανοπλία.
Κιμμέριος
Οι μεσήλικες πάνε νοτιοδυτικότερα και υποδεχονται τον νεογέννητο ήλιο στην κορυφή του Λυκαίου. Μάλιστα, όσοι είναι κατηφείς, ανεβαίνουν πεζοί :-)
"Είναι λίγη αστρόσκονη που κατάφερα κι έπιασα"
I' ve been higher than stardust, I' ve been seen upon the sun....
"....ένα κομμάτι του ουράνιου τόξου που μπόρεσα και γράπωσα".
We believed we' d catch the rainbow.....
Είναι πολύ εύκολο να ζήσεις τη μοναδικότητα μιας εξαίσιας στιγμής, αρκεί να σηκωθείς ένα πρωί και δεις τα χρώματα της αυγής που λέει και το απόσπασμά σου, πάνω από τη θάλασσα ... :-)
Και έπρεπε να τη νοιώσεις εκεί που κροτάλιζαν οι σταγόνες της βροχής στα ξεραμένα φύλλα στην όχθη του ποταμού που άφριζε πρασινογάλαζος. Κι όσο για τον Πάνα, εκεί δίπλα ήταν κάτω από τη γέφυρα του Λούσιου και "ξεπέταγε" τις νύμφες στη σειρά μέχρι να "νοιώσει τ´ αρχίδια του ξεζουμισμένα σαν ποδοπατημένα σταφύλια" που λέει και ο Ρόμπινς.
Εγώ τον είδα! Εσύ γιατί όχι;!
Καλή χρονιά σε όλη την φρουρά.
as mikoroideyomaste pallhkaria...den einai aparetiti i arkadia kai o lousios gia na broume ton pragmatiko pana... ftanei na afisoume stin akri tin fantasia mas kai to fovo mas,na akroastoume tus pothous mas kai ti laxtara gia glikia idoni na apsifisoume kathosprepismous kai simbibasmous...kai na afethoume me olo mas to einai ston erota sti latreia stin agapi kai stin oloklirotiki paradosi tou einai mas stis iperoxes nymfes... pou kathimerina xorevoun giro mas...mprosta mas einai i zoi kai perimenei na tin geutoun oi gennaioi...tis idonis,oi apogonoi tou pana....
Αναζητώντας τη λήθη με ή δίχως πανοπλία. Τον Πάνα στην Αρκαδία, τους Νάνους στη Μέση Γη...
Δημοσίευση σχολίου