Η Ευρώπη που προέκυψε από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι μια πολιτική ένωση εμπόρων και τραπεζιτών. Κυριαρχείται από τους εξελιγμένους αντιπροσώπους της τρίτης και κατώτερης κοινωνικής τάξης της αρχετυπικής τριχοτόμησης της ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Οι δικαστές-ιερείς και οι φρουροί-πολεμιστές της φυλετικής μας κοινότητας, αφού νικήθηκαν οριστικά στον τελευταίο μεγάλο «πόλεμο των λειτουργιών», υποβιβάστηκαν και πλέον είναι παροπλισμένοι και αμέτοχοι παρατηρητές.
Όμως ενάντια στον σύγχρονο κόσμο, εμείς αν και αναγνωρίζουμε την ήττα ούτε αποδεχόμαστε την ευθύνη ούτε της προσδίδουμε νομιμότητα. Μέσα στο σκοτάδι της ευρωπαϊκής νύχτας, με μνήμη και πεισμονή αναζητούμε σαν αντίδοτο τις αρχές των προγόνων. Η ιστορία της γλώσσας μας συνδέει με τις βασικές έννοιες και με τον τρόπο που εκείνοι αντιλαμβάνονταν τον κόσμο. Κι επειδή οι παλαιότεροι Ινδοευρωπαίοι είναι οι Έλληνες, στοιχειώδεις ελληνικές λέξεις θα μας οδηγήσουν στην πηγή της Δεύτερης Λειτουργίας.
Οι ιστορικοί γλωσσολόγοι συμφωνούν πως οι πρωτο-ινδοευρωπαϊκές κοινωνίες ήταν ανδροκρατούμενες. Όλες οι γλωσσικές μαρτυρίες υποδεικνύουν πως το προϊστορικό, κοινωνικό τους σύστημα ήταν πατριαρχικό, καθώς ακολουθούσαν την πατρογονική γραμμή γενεαλόγησης.
Άνδρας: Προέρχεται από το αρχαίο ανήρ, ανδρός. Το αρχαίο ουσιαστικό ανήρ αποτελούσε τιμητικό όρο που σήμαινε τον ελεύθερο άνθρωπο. Η λέξη άνθρωπος προέρχεται πιθανά από το αμάρτυρο *άνδρ-ωπος «αυτός που έχει ανδρική όψη». Το θέμα της λέξης ανάγεται στον ινδοευρωπαϊκό τύπο *ner που σημαίνει επίσης άνδρας αλλά και άνθρωπος.
Πολεμιστής: Προέρχεται από το θέμα του ρήματος πελεμίζω που σημαίνει «πάλλω το δόρυ, τραντάζω, δονώ», που με τη σειρά του ανάγεται στο ινδοευρωπαϊκό *pel-a- «ωθώ, προσκρούω». Κατά άλλη άποψη προέρχεται από το ινδοευρωπαϊκό *plt- «αγώνας, πάλη, μάχη». Το «δόρυ» επίσης ανάγεται στο ινδοευρωπαϊκό *dr-ew- «ξύλο» και στον Όμηρο έχει ήδη τη σημασία του αιχμηρού ξύλου.
Ήρωας: Προέρχεται από το αρχαίο ήρως. Η λέξη ήρως πιθανά συνδέεται με την αμάρτυρη ινδοευρωπαϊκή ρίζα *ser- με τη σημασία «προστατεύω, προφυλάσσω», που συναντάται επίσης και σαν *(s)wer-.
Άνδρας - Πολεμιστής - Ήρωας
Άνθρωπος ελεύθερος. Άνδρας οπλισμένος που μάχεται.
Πολεμιστής, προστάτης της κοινότητας.
Διαβάζω επαναλαμβάνοντας υπνωτικά τις βασικές λέξεις, σαν μάντρα προσευχής προς τους πολεμικούς Θεούς του Ουρανού. Άνδρες, πολεμιστές και ήρωες θα περιμένουν για πολύ ακόμη στο περιθώριο της ιστορίας. Κι εγώ δεν έχω άλογο ούτε ταύρο να θυσιάσω στον ηλιακό Πρόμαχο. Ελπίζω μόνον πως κάποτε ο χρόνος θα ξαναγίνει κυκλικός.
Fons et origo: Οι απαρχές. Πηγή και προέλευση.
Ο πίνακας: Άτιτλο έργο (1997) του Jeffrey Jones (1944 - 2011).
Ετυμολογία: Η αναγωγή των λέξεων στην αφετηρία τους. Οι ετυμολογικές πληροφορίες των λέξεων που παραθέτω προέρχονται από το Ετυμολογικό Λεξικό του Γ. Δ. Μπαμπινιώτη.
Οι πρωτο-ινδοευρωπαίοι: Ύστερη νεολιθική ή ενεολιθική κοινωνία που άρχισε να διαχωρίζεται μεταξύ 4500 και 2500 π.Χ. Η νοτιοανατολική Ευρώπη θα μπορούσε να είναι η αληθινή τους κοιτίδα.
Αμάρτυρος τύπος: Η ινδοευρωπαϊκή ρίζα των λέξεων δεν είναι μαρτυρημένη σε γραπτή πηγή. Προκύπτει από την συγκριτική μελέτη των ομμορίζων των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Σημειώνεται με αστερίσκο (*) στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία.
Αμάρτυρος τύπος: Η ινδοευρωπαϊκή ρίζα των λέξεων δεν είναι μαρτυρημένη σε γραπτή πηγή. Προκύπτει από την συγκριτική μελέτη των ομμορίζων των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Σημειώνεται με αστερίσκο (*) στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία.
Όπλο: Το αρχαίο Όπλον είναι η μεγάλη ασπίδα των οπλιτών. Προέρχεται από το θέμα όπ-, μεταπτωτική βαθμίδα του θέματος στο ρήμα έπω, που σημαίνει «φροντίζω, ασχολούμαι» και μας οδηγεί στην ινδοευρωπαϊκή ρίζα *sep- «φροντίζω, μεριμνώ».
Σπαθί: Η λέξη προέρχεται από το ελληνιστικό σπαθ-ίον, υποκοριστικό του αρχαίου σπάθη. Σπάθη ονομαζόταν το σπαθί με πλατιά λεπίδα. Ανάγεται στο ινδοευρωπαϊκό *spa-dh- «μακρύ και πλατύ αντικείμενο».