1/11/10

ΘΝΗΣΚΩΝ ΗΡΩΣ

«Όπως όταν από τους ανέμους που σφυρίζουν ξεσπούν οι θύελλες, την ημέρα που πάρα πολλή σκόνη σηκώνεται στους δρόμους και οι άνεμοι όλοι μαζί σηκώνουν σύννεφα μεγάλα από τη σκόνη, έτσι κι αυτοί ανακατώνονταν στη μάχη και λαχταρούσαν βαθιά τους να σκοτώνουν μέσα στο πλήθος ο ένας τον άλλο με μυτερό χαλκό. Η μάχη η θανατηφόρα έδειξε σα φουρτουνιασμένη θάλασσα από τα μακριά δόρατα, τα κοφτερά που βαστούσαν, και τύφλωνε τα μάτια η λάμψη του χαλκού από τις περικεφαλαίες που έλαμπαν, τους θώρακες τους φρεσκογιαλισμένους και τις λαμπερές ασπίδες, καθώς ανακατώνονταν.
Πολύ σκληρόκαρδος θα ήταν εκείνος που βλέποντας αυτή τη μάχη θα χαιρόταν και δε θα πονούσε η ψυχή του.»


Σκληρόκαρδος είμαι γιατί η ψυχή μου χαίρεται κάθε φορά που οραματίζεται τις επικές περιγραφές του Ομήρου. Οι θύελλες, η φουρτουνιασμένη θάλασσα, η εκτυφλωτική λάμψη του χαλκού συνθέτουν ιδανικό σκηνικό για τους ένοπλους άντρες που παίρνουν και δίνουν δόξα, τους ένδοξους εκείνους που αν και θνήσκοντες στη μάχη εντούτοις δεν παύουν να ζούν.
Γνωρίζω πως μάταια προσπαθώ να φανταστώ το λυκόφως των ηρώων ξεφυλλίζοντας βιβλία με κείμενα ή εικόνες καθισμένος στο άνετο γραφείο μου. Όμως επιμένω μέσα από την ιστορία και την τέχνη να αναζητώ σπαράγματα της αλήθειας.

Το ανατολικό αέτωμα του δωρικού ναού της Αφαίας Αθηνάς στην Αίγινα κατασκευάστηκε γύρω στο 490 π.Χ. και εικονίζει τον πρώτο Τρωικό Πόλεμο τιμώντας τον Αιγινήτη ήρωα Τελαμώνα που πολέμησε δίπλα στον Ηρακλή. Είναι γνωστό στους μυημένους πως τα γλυπτά της μεγάλης τέχνης της αρχαιότητας φανερώνουν με αποκαλυπτικό τρόπο την αλήθεια εκείνων των ιδεών που σκληρύνθηκαν μέσα στην ύλη. Σε κάποια εικόνα της σύνθεσης αυτού του αετώματος μου αποκαλύφτηκε κάποτε το πρότυπο του ήρωα που πεθαίνει στη μάχη.
Πεσμένος στη βάση του νοητού τριγώνου, με κράνος μόνο και ασπίδα σε ηρωική γυμνότητα, ο θνήσκων οπλίτης ατενίζει τις μαύρες πύλες του Άδη διατηρώντας το περίφημο, αρχαϊκό μειδίαμα στα χείλη. Από τότε που τον ανακάλυψα, διακαώς επιθυμούσα να τον συναντήσω.


Ό καχύποπτος φύλακας του μουσείου με κοίταζε με περιέργεια. Με παρατηρούσε καθώς έφερνα γύρους περιμετρικά του εκθέματος που με συγκλόνιζε. Κι όταν ακούμπησα τα δάχτυλά μου στην οπή του στήθους για να πιστοποιήσω την πληγή από το θανατηφόρο βέλος, τότε μου ζήτησε αυστηρά να μην αγγίζω το άγαλμα. Ψιθύρισα μιά ψεύτικη συγγνώμη, γυάλιζε το μάτι μου, δεν θυμάμαι πόση ώρα στεκόμουν σιωπηλός στο ίδιο σημείο πριν αποχωρήσω. Ένας από τους βασικούς λόγους του ταξιδιού μου στο Μόναχο ήταν η ευλαβής λαχτάρα μου να θαυμάσω από κοντά τον μαρμάρινο, θνήσκοντα πολεμιστή.

Επέστρεψα στην ηρεμία του γραφείου μου και μελετώ ξανά τα ιερά κείμενα. Συνεχώς έκτοτε με στοιχειώνει η μορφή του πληγωμένου ήρωα που γέρνει το κεφάλι του στη μάχη... σαν παπαρούνα μέσα σε κήπο, που βάρυνε από τις ανοιξιάτικες δροσοσταλίδες...!

«...Κι αυτός σωριάστηκε όπως σωριάζεται βαλανιδιά ή λεύκα ή πεύκο ψηλό που ξυλουργοί το έκοψαν με τα φρεσκοακονισμένα τσεκούρια τους πάνω στα βουνά, για να γίνει ξύλο γιά καράβι...»

«Βρόντησε καθώς έπεσε και το δόρυ έμεινε μπηγμένο στην καρδιά του, που καθώς σπαρταρούσε έκανε να τρέμει και η ουρά του κονταριού.»

«...κι έγειρε το κεφάλι του από τη μια μεριά, σαν παπαρούνα μέσα σε κήπο, που έχει βαρύνει από το σπόρο της και από τις ανοιξιάτικες δροσοσταλίδες. Έτσι από τη μια μεριά έγειρε το κεφάλι του, καθώς το βάρυνε η περικεφαλαία.»






Οι φωτογραφίες: Από την τελευταία επίσκεψή μου στην Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Το άγαλμα βρισκόταν αρχικά τοποθετημένο στην αριστερή γωνία του ανατολικού αετώματος του ναού της Αφαίας. Πιθανότατα είναι δημιούργημα του Αιγινήτη γλύπτη Ονάτα.
Ο πρώτος Τρωικός Πόλεμος: Η εκστρατεία του Ηρακλή κατά της Τροίας με σκοπό να εκδικηθεί τον βασιλιά Λαομέδοντα γιατί δεν του έδωσε τα αθάνατα άλογά του σαν ανταμοιβή όταν ο Ηρακλής τον απάλλαξε από το κήτος του Ποσειδώνα.
Τα αποσπάσματα: ΙΛΙΑΣ (Ν 334-344 και Π 482-484, Ν 442-444, Θ 306-308), σε μετάφραση Ο. Κομνηνού - Κακριδή.



9/10/10

ΠΑΓΟΣ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ

Κυλά με την ομίχλη, πανάρχαιο, και διασχίζει
Όπως το βέβαιο σπαθί την έμφυτή σου αγωνία
Και που να καταφύγω μες στην ανώφελη και φαύλη ανταρσία ;
Έχω στοιχειώσει! Το Γαλάζιο! Το Γαλάζιο! Το Γαλάζιο!


Φασματικός και στοιχειωμένος κρύβομαι από τους ανιχνευτές συνείδησης στον παγωμένο άξονα των κόσμων. Στα γαλανά σύνορα του βορρά αναζητώ το χαμένο αντίβαρο της ασύμμετρης ζυγαριάς. Μόνον εκεί αναστέλλω τις εκκρεμότητες και αναλογίζομαι την πτώση στην αρχή. Μόνον εκεί ο ψυχρός άνεμος μου μεταφέρει ευεργετικά ξόρκια και υποσχέσεις μεταμόρφωσης στο τέλος της τροχιάς.


Στους αντίποδες, το είδωλο του εαυτού μου με προκαλεί ειρωνικά υπολογίζοντας χαμένες ευκαιρίες και δυνατότητες εξαγοράς. Καλοπληρωμένος υπάλληλος του συστήματος επιβιώνει «αξιοπρεπώς» στην σάπια γραφειοκρατία των χρηματιστών ενώ εγώ ξεθωριάζω ονειρευόμενος τους μαγεμένους των παραμυθιών.

Ξεθωριάζω αλλά παραμένω ανάλγητος και υπερόπτης. Λατρεύω τον αρκτικό Ήλιο και περιφρονώ τους ξένους θεούς. Δεν συμμορφώνομαι προς τις υποδείξεις, αποφεύγω την εξομολόγηση, αρνούμαι την υποταγή. Φρουρώ τον πολικό πύργο, απερίσκεπτος, ανυπόστατος και μελαγχολικός.

Γνωρίζω με βεβαιότητα πως καμμιά μαγική επωδή δεν θα μπορούσε σήμερα να με σώσει από την τιμωρία μιας αδιάφορης ζωής. Οι αντιφάσεις που με βασανίζουν, με υποχρεώνουν σε ανέντιμη ανοχή. Κάποια μέρα όμως θα ξεπεράσω το όριο της παραγραφής και τότε τα ψέματα θα τελειώσουν και θα σημάνει η ώρα της επιστροφής.

Υπομένω αγόγγυστα τον βάσανο του πάγου γιατί κάποτε θα επιστρέψω στο Βασίλειο της Φωτιάς.


Να μεγαλώνω πάντοτε, στα πόδια μου να νιώσω
ότι λατρεύουν οι άλλοι,
να μεγαλώνω σαν το δρύ, κι έπειτα να τελειώσω
σα μιά φωτιά μεγάλη.






Τρία χρόνια: Πολεμική Σημαία - Ηλιακό Οχυρό.
Οι στίχοι του πάγου και της φωτιάς: Στον πρόλογο, η τελευταία στροφή από το ποίημα L’azur του Stephane Mallarme (1842-1898), σε μετάφραση του Πάνου Σταυρινού. Στον επίλογο, η τελευταία στροφή από το ποίημα O TOI QUI SUR MES JOURS… του Jean Moréas (Ι. Παπαδιαμαντόπουλος, 1856-1910), σε μετάφραση του Κώστα Καρυωτάκη.
Ο πίνακας: NORTH WATCH. Το κορυφαίο έργο του αμερικανού ζωγράφου Ken Kelly. Ο ίδιος σχολιάζει το θέμα του: «Here I wanted to convey both a sense of adventure and a sense of loneliness. I kept the character confident but alone, with plenty of grays all around him.»
Χρησιμοποίησα συμβολικά για πρώτη φορά τον πολεμιστή του πίνακα, στην WFotS 22 (HM Νo141, Οκτώβριος 1996) στο βασικό, ιδεολογικό κείμενό μου ΗΛΙΟΣ, ΗΡΩΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΡΟΠΙΑ.

15/9/10

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ

Απ’ όλους τους Έλληνες νεορομαντικούς ποιητές του περασμένου αιώνα, ο Κώστας Ουράνης είναι ο αγαπημένος μου.
Η πρώτη μου γνωριμία με την ποίησή του οφείλεται στην φιλόλογο μητέρα μου, που συνήθιζε να απαγγέλει στίχους του σ’ εμένα και τον αδερφό μου όταν ήμασταν μικροί για να μας εντυπωσιάσει. Αργότερα μελέτησα μόνος μου τις συλλογές του ξεπερνώντας την μέτρια SPLEEN (1912) για να βυθιστώ στην αισθαντική ατμόσφαιρα που δημιουργούσαν οι ΝΟΣΤΑΛΓΙΕΣ (1920) κι έπειτα οι ΑΠΟΔΗΜΙΕΣ, ποιήματα δημοσιευμένα σε διάφορα περιοδικά, που συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά στην μεταθανάτια έκδοση των ποιημάτων του.

Ο Ουράνης γεννήθηκε το 1890 στην Κωνσταντινούπολη και έζησε τα παιδικά του χρόνια στο Λεωνίδιο, τόπο καταγωγής της μητέρας του. Σπούδασε στο εξωτερικό αν και δεν ολοκλήρωσε ποτέ τις σπουδές του. Διορίστηκε γενικός πρόξενος στη Λισσαβώνα το 1920 και επέστρεψε στην Αθήνα το 1924. Συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες και ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο σαν απεσταλμένος ανταποκριτής και δημοσιογράφος. Παντρεύτηκε δύο φορές, την πρώτη φορά με Πορτογαλλίδα και τη δεύτερη με γνωστή Ελληνίδα κριτικό. Αρρώστησε νεαρός από φυματίωση και νοσηλεύτηκε γιά δύο χρόνια σε σανατόριο στο Νταβός της Ελβετίας. Δεν ξεπέρασε ποτέ τα προβλήματα υγείας στα χρόνια που ακολούθησαν και τελικά πέθανε από καρδιακή προσβολή σε σανατόριο στην Αττική, το 1953.

Ο Ουράνης είχε προσωπικότητα μποέμ και κοσμοπολίτη και ήταν θαυμαστής του Μπωντλαίρ και των συμβολιστών. Θιασώτης του ευρωπαϊκού πολιτισμού και κληρονόμος των ιπποτικών ιδεωδών αλλά και αναγκαστικά δέσμιος του νεωτερικού κόσμου και των κοινωνικών συμβάσεων δεν έπαψε να βασανίζεται από μεταφυσική νοσταλγία και τάσεις φυγής. Οικονομικά ευκατάστατος αστός μπορούσε να ταξιδεύει με άνεση στην φυσική γεωγραφία του κόσμου του όχι όμως και να ξεφύγει από την εποχή του.

Καταφεύγω συχνά στα ποιήματά του, που με συναρπάζουν και με παρασύρουν σε ρομαντικά αδιέξοδα: Δον Κιχώτης, Ιουλιανός, Edward VI, η Φράγκισσα, Ζωή, η Ζωντανή Νεκρή, η Αγάπη, Απόγονος, Vita Nuova και τόσα άλλα, που συνδέουν παρελθόν και μέλλον υπηρετώντας τον υψηλό σκοπό της Ποίησης. Στα καλύτερά του, στους τελευταίους στίχους αποκαλύπτονται στους μυημένους αναγνώστες σημαντικά θραύσματα της αλήθειας και του νοήματος του Κόσμου.
Από τις παράξενες αγάπες του έως τους θλιβερούς απολογισμούς του, ο Ουράνης επαναπροσδιορίζει με τον δικό του τρόπο έννοιες, συναισθήματα και διαθέσεις όπως η μελαγχολία και η αξιοπρέπεια, κυρίως η επιθυμία επιστροφής προς την αληθινή μας πατρίδα.
Οι τρόποι έκφρασης, τα θέματα, ο υποκειμενισμός του, οι φιλολογικές του επιρροές με αντιπροσωπεύουν σε τέτοιο βαθμό ώστε κάποιες φορές αυτοβιογραφούμαι επιλέγοντας φράσεις και νοήματα μέσα από τους στίχους του.


ΜΑΣΚΕΣ
Γιά να ’μαι ευχάριστος σε όλους,
-κι ακόμα και στον εαυτό μου-
έκρυψα πάντοτε με μάσκες
που αρέσουνε το πρόσωπό μου

κι άλλαξα τόσες στη ζωή μου,
που τώρα πια να μη μπορώ
τ’ αληθινό το πρόσωπό μου
να πω ποιό είναι μήτ’ εγώ!

Έτσι, ο θάνατος σα θα ’ρθει,
δε θα ’ναι η στέρηση μεγάλη:
θ’ αφήσω μιάν ανυπαρξία
γιά να περάσω σε μιάν άλλη...

ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ
Ψυχή μου, μένε αδιάφορη στα γύρω σου και σ’ όλους
Τους ανθρώπους που αγκομαχάν σέρνοντας τη ζωή τους,
Σ’ εκείνους όπου απ’ τη χαρά σα με κρασί μεθάνε
Κι όσους στην ίδια στέκουνται ψηλά εκτίμησή τους
Σ’ όσους τον πόνο τους μπροστά στον κόσμον όλον κλαίνε
Γιά προς τον άδειον ουρανό τα χέρια τους υψώνουν
Και σ’ όλους όσους στη ζωή βάλαν σκοπό να φτάσουν
Και σέρνουνται, παρακαλούν, προδίνουνε, ιδρώνουν.
Πέρνα από μέσα τους ψυχρή και μακρυνή ως κυρία
Που, όταν στο δρόμο οι πρόστυχοι ζητάν να της μιλήσουν,
Μαζώνεται ακατάδεχτη γιά να μην της αγγίσουν
Κι απ’ τον εξώστη της Ζωής κοίταζε μεσ’ στον κόσμο,
Έτσι καθώς οι ευγενείς τους χωρικούς κοιτάζαν,
Όταν κάτου απ’ τους πύργους των, τις σκόλες, διασκεδάζαν.

ΑΔΕΙΑ ΖΩΗ
Την άδεια, την ακίνητη ζωή μου
κοιτάω μ’ ένα βλέμμα νυσταγμένο:
- είμαι σα μάταιη βάρδια σ’ ένα πλοίο
από καιρό πολύ παροπλισμένο.

Σα βρώμικα νερά και λιμνασμένα
με ζώνουν οι συνήθειες κ’ οι ρουτίνες
- κι ούτε θυμάμαι πιά να είχα ακούσει
να με καλούν στο πέλαγος Σειρήνες...

Ανώφελα - το ξέρω! - κι αν σαλεύουν
κάποτε πόθων, μέσα μου, φτερά:
δε μέλλεται ν’ αστράψει στη ζωή μου
κανείς μεγάλος πόνος ή χαρά.

Άβουλος, με τους ίδιους τους ανθρώπους
τις ίδιες άδειες μέρες θε να ζήσω,
μ’ ένα σαράκι - πάντα - να με τρώει:
νικήθηκα χωρίς να πολεμήσω...


Οι Μάσκες αλλάζουν ανάλογα με τις περιστάσεις και η Αξιοπρέπεια δύσκολα διακρίνεται από την ψυχρότητα και την υπεροψία. Έτσι κι αλλοιώς Άδεια ζωή θα ζήσουμε σε βρωμερή ειρήνη. Ο μεγάλος πόλεμος που λαχταρούσαμε δεν έγινε ποτέ, η σημαία είναι ψεύτικη και οι υποσχέσεις κενές.

Kι εγώ σαν ένας ευγενής, στερνός της γενεάς μου, ρεμβάζω σε μιά παλαιή και σάπια πολυθρόνα, με σταυρωμένα τα λεπτά και κέρινά μου χέρια... ανάμεσα σ’ έπιπλα γοτθικά και σε τοιχογραφίες, διαβάζοντας παλαιικά βιβλία κ’ ιστορίες... νοιώθοντας όχι ως να πέθανα σε περασμένες εποχές... μα ως να μην έζησα ποτές...!



Ο Κώστας Ουράνης: Ποιητής, πεζογράφος και δοκιμιογράφος. Το αληθινό του όνομα ήταν Κώστας Νιάρχος. Πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του το 1908. Έγινε γνωστός εκτός από τα ποιήματα και γιά τα ταξιδιωτικά του βιβλία.
Τα Ποιήματα: Επανακυκλοφόρησαν από το Βιβλιοπωλείο της «Εστίας» τον Νοέμβριο του 2009 ακολουθώντας πιστά την πρώτη, μεταθανάτια, συγκεντρωτική έκδοση που είχε επιμεληθεί η δεύτερη σύζυγός του, το 1953.
ΜΑΣΚΕΣ – ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ – ΑΔΕΙΑ ΖΩΗ: Αυτοβιογραφία. Νικήθηκα κι εγώ χωρίς να πολεμήσω...
Η τελευταία φράση του κειμένου: Άσκηση αντιγραφής από επιλεγμένους στίχους του ποιητή.

25/8/10

ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ

«Οι γυναίκες από μουσική, ποίηση και εικαστικές τέχνες δε νιώθουν τίποτε. Κι αν καμώνονται πως τάχα κάτι καταλαβαίνουν και δείχνουν ενδιαφέρον γι’ αυτά, τούτο δεν είναι τίποτε άλλο από πιθηκισμός, μιά επιτηδευμένη και προσποιητή δήθεν κλίση γιά ν’ αρέσουν στους άντρες. Ο λόγος που οι γυναίκες δε συγκινούνται αισθητικά είναι ότι δε μπορούν ποτέ να ενδιαφερθούν γιά κάτι χωρίς ιδιοτέλεια.»

Πριν από 22 χρόνια και έχοντας ήδη κάποιες εμπειρίες από το άλλο φύλο που με προϊδέαζαν γιά τα χειρότερα, αποφάσισα να επιχειρήσω ένα πειραματικό σχέδιο χειραγώγησης συμπεριφοράς. Επέλεξα μιά άπειρη δεκαεξάχρονη με απότερο σκοπό να επηρεάσω την προσωπική της εξέλιξη μέσα σε καθορισμένα πλαίσια αισθητικής και τάξης. Μακροπρόθεσμα ευελπιστούσα σε μιά γυναίκα πρότυπο και στον απόλυτο έλεγχο της σχέσης μας. Σήμερα γελάω με το απίστευτο θράσος μου όμως εκείνη την ηρωϊκή εποχή πίστευα πως μπορώ να καταφέρω τα πάντα.


Η μικρή ήταν όμορφη, λεπτή, λευκόδερμη με μακρυά πόδια και κορακίσια μαλλιά. Ήταν επίσης έξυπνη και υπάκουη, πληρώντας όλες τις προδιαγραφές μιάς δυνητικής Δέσποινας των στοχασμών. Η αλήθεια είναι πως στην αρχή την έβλεπα μάλλον ουδέτερα και συχνά την κακομεταχειριζόμουν, όμως με το πέρασμα του χρόνου την ερωτεύτηκα και στο τέλος μου έγινε απαραίτητη.
Τα πρώτα χρόνια η σχέση μας εξελισσόταν σύμφωνα με τις προσδοκίες μου. Την βοηθούσα στα Νέα Ελληνικά και στα Μαθηματικά, διάλεγα τα φορέματα και τα εσώρουχά της, της αγόραζα κούκλες και στολίδια, κατάρτιζα το πρόγραμμα, οργάνωνα τη μελέτη και τη ψυχαγωγία, έθετα κρίσιμα ερωτήματα και απαντούσα σε δύσκολες απορίες.
Όμως η αληθινή ζωή δεν είναι πειραματικό εργαστήριο κι όταν τέλειωσε η πρώτη περίοδος τα πράγματα πήραν άσχημη τροπή. Η λατρεία που παλαιότερα διέκρινα στα μάτια της άρχισε μέρα με τη μέρα να ξεθωριάζει γιά να αντικατασταθεί τελικά από ένα καταστροφικό πνεύμα αντιλογίας. Η προστατευόμενή μου είχε σχέδια δικά της και απαιτήσεις που εγώ δεν επιδοκίμαζα.

Η μικρή πέτυχε στις πανελλαδικές εξετάσεις σε πανεπιστήμιο της επαρχίας κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας. Το τελευταίο καλοκαίρι κάναμε μαζί ένα ταξίδι διακοπών με συνεχείς διαφωνίες και βίαιους τσακωμούς που εξάντλησαν και τα τελευταία περιθώρια επικοινωνίας.
Υπηρετούσα σαν ΔΕΑ κάπου στη Μακεδονία όταν με εγκατέλειψε. Συγκλονίστηκα. Δεν άντεχα την ιδέα πως με απέρριψε το ίδιο μου το δημιούργημα. Κατέρρευσε η ψευδαίσθηση που είχα οικοδομήσει και μαζί της ένα μέρος της ψυχολογικής μου πανοπλίας. Η αποτυχία του κωμικού μου εγχειρήματος με οδήγησε στο ναδίρ της προσωπικής μου αυτοεκτίμησης και αναπόφευκτα σε γενική επαναξιολόγηση δεδομένων και ιδεών.

Αργότερα αναγνώρισα τουλάχιστον ένα ελαφρυντικό στον εικοσιτριάχρονο εαυτό μου: εκείνος δεν γνώριζε πως οι γυναίκες είναι ανεπίδεκτες πνευματικότητας και πως από τη φύση τους έχουν προδιαγεγραμμένη πορεία και απροσδιόριστες επιθυμίες...
Πέρασε καιρός πριν επανακάμψω. Πήρα ένα σκληρό μάθημα αλλά εμπέδωσα βασικούς κανόνες. Το παιχνίδι είναι στημένο και οι γυναίκες έχουν τις δικές τους επιδιώξεις, είτε τις συναντάς στη διπλανή πόρτα είτε στα Παραμύθια της Χαλιμάς.

Παρ’ όλα αυτά, σε κάποια επόμενη ιστορία, ο Μαύρος Ιππότης δεν απέφυγε την παγίδα της Χιονάτης...




Η εισαγωγή: Σκέψεις του Σοπεγχάουερ γιά τις γυναίκες, που όμως δεν είχα τότε μελετήσει...
Χρονολογία μετάβασης: 1989-1991.
Ο πίνακας: Πορτραίτο της Bettie Page (1923-2008) από τον Αμερικανό ζωγράφο Jim Silke. Το απόλυτο σεξουαλικό είδωλο όλων των αντρών, που σέβονται τον αντρισμό τους.

5/8/10

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΘΕΟΣ


Βουλιάζει η γη στη θάλασσα κι ο ήλιος
Έχει μαυρίσει και τα άστρα
Πέφτουν καυτά απ’ τον Ουρανό
Καπνοί ανεβαίνουν και ξεσπούν σε φλόγες
Ο ουρανός πήρε φωτιά.


Στον μεγάλο ναό της Ουψάλας το άγαλμα του Θορ δέσποζε στο μέσον, ανάμεσα στον Όντιν και τον Φρέυρ. Γιός του Όντιν και της Έρντα και υπέρμαχος των άλλων θεών συνδύαζε χαρακτηριστικά υπερασπιστή των χωρικών και θεού του πολέμου. Θεός του ανέμου, του κεραυνού και της καταιγίδας προστάτευε τους πιστούς του από τις επιδημίες και τους λιμούς και καθαγίαζε τους ρούνους, τα όπλα και τα σπαρτά. Έφερε στο κεφάλι του το φλεγόμενο στέμμα με τα αστέρια και είχε στην κατοχή του τη ζώνη της δύναμης, τα σιδερένια γάντια και το φοβερό σφυρί Μιόλνιρ.


Όταν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θορ έπαιξε στο κοσμικό θέατρο τον προκαθορισμένο του ρόλο. Στην τελευταία μάχη ο Λόκι ξέφυγε από τα δεσμά του και πολέμησε με τον Χέιμνταλ μέχρι θανάτου. Ο τερατώδης σκύλος Γκαρμ αλληλοσκοτώθηκε με τον Τυρ κι ο Φένριρ με τα σαγόνια του να αγγίζουν τον ουρανό κατάπιε τον Όντιν. Ο Δαίμονας της φωτιάς κατέβαλε τον Φρέυρ κι έκαψε ολόκληρη τη γη. Οι λύκοι καταβρόχθισαν τον ήλιο και το φεγγάρι και τ’ αστέρια έπεσαν από τον ουρανό. Κι ο Θορ αν και νίκησε το Παγκόσμιο Ερπετό, δηλητηριασμένος υπέκυψε κι αυτός στο σκοτεινό πεπρωμένο των παλαιών Θεών.

Καμμιά χρυσή εποχή δεν ακολούθησε το Ράγκναροκ παρά τις προφητικές εξαγγελίες. Η νέα Μίντγκαρντ μαστιζόταν από τα προαιώνια δεινά της ανθρωπότητας και δεν ξεπέρασε ποτέ το θάνατο των αθανάτων. Στον σύγχρονο κόσμο η ασύμμετρη επικράτηση του ορθολογισμού είχε εξοστρακίσει τη μυθολογία στο περιθώριο της κοινωνικής πραγματικότητας. Μονοθεϊστικές θρησκείες της ερήμου μονοπωλούσαν τα υπολλείματα του θρησκευτικού συναισθήματος και η ανισορροπία μεταξύ Λόγου και Μύθου συντηρούσε την επίσημη τέχνη της παρακμής.

Ωστόσο, ο Θορ επέστρεψε ξαφνικά μέσα από μια πύλη που δεν περίμενε κανείς: τα εικονογραφημένα παιδικά αναγνώσματα της σύγχρονης Αμερικής, τα κόμικς της Μάρβελ που εύστοχα αποκαλούνται pulp μυθολογία του εικοστού αιώνα. Κατά ειρωνεία της τύχης τον ανέστησαν δύο Αμερικανοεβραίοι της Νέας Υόρκης στο τεύχος 83 του περιοδικού Journey into Mystery, τον Αύγουστο του 1962. Σε μια εξωφρενική ιστορία των Stan Lee και Jack Kirby με ιπτάμενους δίσκους και Κρόνιους πετρανθρώπους, ο Θορ εισήλθε πανηγυρικά στην μαζική παραγωγή της εφηβικής ψυχαγωγίας. Όχι πιά ώριμος κοκκινογένης με πλατύγυρο καπέλο μα νεαρός ξανθομάλλης με φτερωτό κράνος, ξεπρόβαλλε κραδαίνοντας το πολεμικό σφυρί του από το εξώφυλλο του Kirby κατευθείαν στο συλλογικό ασυνείδητο της ποπ κουλτούρας. Μαζί του επέστρεψαν η Άσγκαρντ, η Βαλχάλα, η Νίφλχαϊμ, η Γιότουνχαϊμ και το ξαχασμένο πάνθεο των Βορείων: η Σιφ και ο Χέιμνταλ, η Χέλα του θανάτου, η Μπρουνχίλδη, ο μισητός Λόκι κι ο αγαπημένος Μπάλντερ.

Στην εξέλιξη του πρώτου σεναρίου, ο χωλός γιατρός Don Blake ανακάλυπτε μέσα σε μια σπηλιά ένα μαγικό ραβδί και μαζί με αυτό την θεϊκή του ταυτότητα: στο ταπεινό σώμα του ενσαρκωνόταν ο περήφανος γιός του Όντιν, τιμωρημένος απο τον πατέρα του να βιώσει την ανθρώπινη φύση και να διδαχθεί την ταπεινοφροσύνη.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Θορ πρωταγωνίστησε σε αμέτρητες περιπέτειες μοιρασμένες ανάμεσα στις μεγαλουπόλεις του εικοστού αιώνα και τους πύργους της Άσγκαρντ. Κάτω από το σημάδι του Σφυριού και πέρα από τις προθέσεις των εκδοτών εξελίχτηκε σταδιακά στο μυθικό, αντίπαλο δέος των πλαστικοποιημένων και δημοκρατικών ηρώων τύπου Σούπερμαν και Κάπταιν Αμέρικα.

Σε τελευταία ανάλυση, ενώ οι άλλοι αρχαίοι θεοί χαίρουν σήμερα ελάχιστα ίχνη λατρείας από ξεμωραμένους γέροντες σε κρυφούς ναούς, ο Θορ αντλεί απεριόριστη ενέργεια από χιλιάδες νεαρούς αναγνώστες που καταθέτουν ολοφάνερα την πίστη τους σε μηνιαίες συνδρομές.
Μαζί τους κι εμείς ξεφυλλίζουμε τις πολύχρωμες σελίδες των περιοδικών του ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα καρέ της μεγάλης Σάλας των Θεών που πάντα θα ποθούμε...




Η μεγάλη εικόνα: Το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους του πιό πρόσφατου κύκλου ιστοριών από τον Αμερικανό ζωγράφο Arthur Suydam. (Σεπτέμβριος 2007, non-zombie cover, Thor Vol 3 #1, J. Michael Straczynski, Olivier Coipel, Mark Morales).
Η μικρή εικόνα: Το εξώφυλλο του Journey into Mystery #83. Εικονογράφηση του Jack Kirby. Στα πρώτα τεύχη η πλοκή της ιστορίας ήταν του Stan Lee (Stanley Lieber) αλλά το κείμενο είχε γραφτεί από τον μικρότερο αδερφό του Larry Lieber.
Οι στίχοι της εισαγωγής: Από ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΣΙΒΥΛΛΑΣ της Αρχαίας Έδδας, σε μετάφραση του Γιάννη Υφαντή.

Το φτερωτό κράνος του Thor: Πιθανότατα δάνειο από τους Σάξωνες που μάχονταν τον πρίγκιπα Valiant στις μνημειώδεις σελίδες του Hal Foster.
Ημέρα έκδοσης του κειμένου: Η ημέρα της εβδομάδας Πέμπτη (Thursday), που τιμητικά φέρει το όνομά του.

2/7/10

ΚΙΤΡΙΝΗ ΣΗΜΑΙΑ

Το κεφάλι του Ζίκο σε κίτρινο φόντο ατενίζει το μέλλον στα Πρωταθλήματα του Κόσμου, στα ανοιχτά Τέρματα της Γης. Ο Ζίκο, ήρωας της μπάλας και σύμβολο μιας εποχής, προσωποποιεί ατέρμονα όνειρα νεότητος και χαράς.


Κι εγώ αναβαπτίζομαι κάθε τέσσερα χρόνια κάτω από τη σημαία του σε μια περιοδική ιεροτελεστία εξαγνισμού. Κατά τη διάρκειά της απορρίπτω την αυστηρή λογική και μεταμορφώνομαι σε παθιασμένο οπαδό. Διαγράφω τον πραγματικό χρόνο και δίχως αναστολές αναζητώ νέα ταυτότητα στο συλλογικό ασυνείδητο μιας κατά φαντασίαν κοινότητας.

Το Μουντιάλ είναι απλώς η αφορμή και οι σημαίες και τα εμβλήματα υπογραμμίζουν μια ιδιόμορφη τελετή ενηλικίωσης. Η αίσθηση της απώλειας από ένα άδικα χαμένο παιχνίδι πριν από εικοσιοκτώ χρόνια επανέρχεται με κάθε νέα ήττα και με πονάει σαν πρόσφατη πληγή. Το τραύμα είναι βαθύ και παράλογο και η αλυσίδα των αναμνήσεων με κρατάει φυλακισμένο στο παρελθόν. Η ηττημένη Βραζιλία των δεκαέξι χρόνων μου - ο Ζίκο, ο Σώκρατες, ο Έντερ, ο Φαλκάο - αυτή είναι η αληθινή, δική μου Εθνική.

Άδειασαν τα γήπεδα και η παράσταση τελείωσε. Ο πόλεμος στο γήπεδο είναι εφηβική γιορτή. Κι αν νικήσαμε κι αν χάσαμε, το τελευταίο λάκτισμα διαδέχεται πάντα η μελαγχολία. Και η ζωή συνεχίζεται στον κόσμο της προγραμματισμένης κοινοτοπίας δίχως παράταση μέχρι να περάσουν ακόμη τέσσερα χρόνια... και να συναντηθούμε στο Μαρακανά...!




Η Σημαία: Προσωπογραφία του Artur Antunes Coimbra. Λευκή Βραζιλία, 1982.

Ο τελευταίος αγώνας: Ολλανδία - Βραζιλία 2-1. Σήμερα τέλειωσε για μας το Μουντιάλ.
Τα αντικείμενα αναφοράς: Τα 640 αυτοκόλλητα του ιππότη της Panini. Οι 22 μικροί παίχτες στο παροπλισμένο, επιτραπέζιο ποδοσφαιράκι μου. Η μοναδική φανέλα της Βραζιλίας του 1982 με το κύπελο Rimet στο σήμα - πιστό αντίγραφο από την TOFFS (The Old Fashioned Football Shirt Co.).
Το εξαιρετικό λεύκωμα THE TREASURES OF THE WORLD CUP των Keir Radnedge και Mark Bushell (2006).

26/6/10

VICTORY WORLD CUP

Βραζιλία, 1958
Βραζιλία - Σουηδία 5-2
Σουηδία (Rasunda, Stockholm)

Βραζιλία, 1962
Βραζιλία - Τσεχοσλοβακία 3-1
Χιλή (Estadio Nacional, Santiago de Chile)

Βραζιλία, 1970
Βραζιλία - Ιταλία 4-1
Μεξικό (Azteca, Ciudad de Mexico)

Τρείς φορές κατακτήθηκε το ιερό δισκοπότηρο της στρογγυλής θεάς και την τρίτη αποδόθηκε μόνιμα στον νικητή. Κι έπειτα η αρχαιοελληνική Νίκη αντικαταστάθηκε από μια άμορφη, «πανανθρώπινη» καρικατούρα. Στον νεωτεριστικό, μεταπολεμικό κόσμο η αισθητική της παλιάς Ευρώπης φάνταζε τόσο ξεπερασμένη όσο και τα ιδανικά της. Στην επιφάνεια άλλαξαν πολλά, στο βάθος όμως λίγα. Στην ουσία του, το ποδόσφαιρο παρέμεινε παιχνίδι των αντρών, παιχνίδι των εθνών, παιχνίδι των ζητωκραυγών.

Μπροστά στην οθόνη μου το γήπεδο παίρνει φωτιά. Με ντρίπλες, με πάσες, με κεφαλιές και φάλτσα, με κεραυνοβόλα σουτ η Βραζιλία επιτίθεται στα εχθρικά τέρματα. Κι εγώ, όπως κάθε τέσσερα χρόνια, ξεχνάω τη θρησκεία, την ιστορία και την πολιτική και βλέπω μόνον τη μπάλα στη σέντρα και τα δίχτυα στη μικρή περιοχή.

Ένα μοναχικό νέφος συναισθηματικής φόρτισης περιβάλλει την κίτρινη φανέλα που φορώ: δίψα για καθαρή χαρά, πάθος για άγρια φυγή... αδιέξοδη επένδυση της φαντασίας, του ταλέντου, της φτερωτής Νίκης που στο μέλλον έχω υποσχεθεί...!


Βραζιλία, 1994
Βραζιλία - Ιταλία 0-0 (3-2 στα πέναλτι)
ΗΠΑ (Rose Bowl, Los Angeles)

Βραζιλία, 2002
Βραζιλία - Γερμανία 2-0
Νότια Κορέα / Ιαπωνία (International Stadium, Yokohama)

Βραζιλία, 2010
Βραζιλία - .............. ...-...
Νότια Αφρική (Soccer City, Johannesburg)





Η πρώτη εικόνα: Το κύπελο Rimet, δημιουργία του Γάλλου γλύπτη Abel Lafleur. Η θεά Νίκη υψώνει ένα οκτάπλευρο κύπελο. Ο Γάλλος Jules Rimet, επί 34 χρόνια (1920-1954) πρόεδρος της FIFA και πρωτεργάτης του Παγκοσμίου Κυπέλου, έδωσε για μια μεγάλη περίοδο το όνομά του στη διοργάνωση (1946-1970, the Jules Rimet Cup).
Η δεύτερη εικόνα: Ο αρχηγός της Βραζιλίας του 1970, Κάρλος Αλμπέρτο, παραλαμβάνει το Τρόπαιο Ζιλ Ριμέ για τελευταία φορά.
Η τρίτη εικόνα: Το αντίστοιχο, Subbuteo τρόπαιο Rimet.