22/12/10

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Από μικρός, περίμενα πάντοτε με ανυπομονησία την περίοδο των Χριστουγέννων. Κανένα θρησκευτικό συναίσθημα δεν ένοιωθα, ούτε τους ψεύτικους αγγέλους συμπαθούσα, ούτε ενθουσιαζόμουν με τη φάτνη, το άστρο και τους προσκυνητές. Έλαμπα μόνον από χαρά όταν έφτανε η ώρα να στολίσουμε το καθιερωμένο Χριστουγεννιάτικο Δέντρο και να παίξουμε με τα «καλά» παιχνίδια.


Το Δέντρο μου ζέσταινε την καρδιά για λόγους, που τότε ακόμη δεν μπορούσα να κατανοήσω. Ξεφύτρωνε χειμωνιάτικα μέσα στο σπίτι μας από το πουθενά καταλύοντας τα διακριτά σύνορα της πόλης με την εξοχή και με συνάρπαζε σαν προβολή και σύμβολο του δάσους.
Η προγονική, παγανιστική λατρεία της άγριας φύσης και τα μυστήρια της ιερής Βαλανιδιάς θα προστίθονταν πολύ αργότερα στα γνωστικά μου ενδιαφέροντα. Εκείνη, η πρώτη αγάπη των δέντρων ήταν έμφυτη και παρορμητική.

Όσο για τα παιχνίδια, αυτά απαγορεύονταν κατά τη διάρκεια της σχολικής περιόδου και μονάχα τέτοια εποχή οι γονείς μας επανεμφάνιζαν τη μεγάλη τους κούτα από την αποθήκη που φυλάσσονταν την υπόλοιπη χρονιά.
Το βράδι της παραμονής της 25ης Δεκεμβρίου ξεσφράγιζα ο ίδιος με λαχτάρα το μαγικό κιβώτιο κι ελευθέρωνα το Πνεύμα των Χριστουγέννων με την αλλοπρόσαλλη ακολουθία του από μηχανικά παιχνίδια. Ο αγαθός, μακρυμάλλης γίγαντας φορούσε ένα βαθυπράσινο μανδύα με μπορντούρα από άσπρη γούνα και είχε στο κεφάλι του στεφάνι από γκυ και παγοκρύσταλλα. Στη μέση του είχε ζωσμένο ένα σκουριασμένο, άδειο θηκάρι και στο χέρι του κρατούσε το Κέρας της Αμάλθειας. Εγώ τον καλωσόριζα με όλη τη δύναμη της παιδικής ψυχής μου κι εκείνος με τη σειρά του άφηνε να ξεπηδήσουν από το κέρας τα θαυμαστά παιχνίδια.

Τα παιχνίδια ήταν κυρίως μεταλλικά, κουρδιστά ή με μπαταρίες και το καθένα είχε την δική του γοητεία: το τραίνο σφύριζε κι έβγαζε τούφες μαύρου καπνού, ο ιπτάμενος δίσκος περιστρεφόταν καθώς αναβόσβηναν τα πολύχρωμα φώτα του, ο εύθυμος καουμπόης σήκωνε στα πίσω πόδια το άλογό του, το ανοιχτό αυτοκίνητο μετέφερε ένα τετραμελές, ποπ συγκρότημα που έπαιζε μουσική κι άλλα πολλά μεταμορφώνονταν στη φαντασία μου κι έπαιρναν κι έδιναν ζωή. Ποτέ δεν τα χόρτασα αυτά τα παιχνίδια κι ας τα ξανάβλεπα κάθε Χριστούγεννα. Πριν προλάβω να τα χαρώ, τέλειωνε η γιορτή κι αυτόματα επέστρεφαν μέσα στο κιβώτιο και πίσω στο σκοτεινό υπόγειο.

Τα χρόνια πέρασαν και τα παλιά παιχνίδια χάθηκαν, όμως ο αγαθός Άγιος με τον βαθυπράσινο μανδύα δεν έπαψε να με επισκέπτεται στα όνειρα και στις αναμνήσεις.
Τιμώ σήμερα με πλήρη συναίσθηση το αρχέγονο Πνεύμα του, γνωρίζοντας πλέον σε βάθος τη σημασία των τελευταίων ημερών στην πορεία του Ήλιου, τον τρόπο που ο άξονας των κόσμων μέσω του ιερού Δέντρου ενώνει τη γη με τον ουρανό αλλά και τον σύνδεσμο των παιχνιδιών με την εποχή της αθωότητας.

Και πέρα απ’ όλα αυτά, γιορτάζω τα Χριστουγέννα σαν καθολικό σύμβολο αργίας ενάντια στην εργασιακή ηθική των κυρίαρχων Προτεσταντών του σύγχρονου κόσμου... σαν σταθερά επαναλαμβανόμενη υπόμνηση πως η καταναγκαστική εργασία δεν αξίζει σε ελεύθερους ανθρώπους.


Βεβαίως, το Δέντρο που στολίζω δεν έχει ούτε φάτνη στη βάση, ούτε αστέρι στην κορυφή... Έχει στις ρίζες του θαμμένη την Βασίλισσα του χιονιού, γκυ από κεραυνό πλεγμένο γύρω απ’ τον κορμό του, έναν χρυσό Ήλιο καρφωμένο στο πιό ψηλό κλαδί και στ' άλλα του κλαδιά μεστούς καρπούς από παιχνίδια...





Το Πνεύμα των Χριστουγέννων: Το Φάντασμα των Φετινών Χριστουγέννων, από το περίφημο A Christmas Carol (1843) του Κάρολου Ντίκενς - εμβληματικό κείμενο της Βικτωριανής εποχής.
Χρονολογία μετάβασης: Η πενταετία 1973 - 1978.
Τα παιχνίδια των Χριστουγέννων: Στην πλειονότητά τους ήταν δώρα του καπετάνιου θείου μου, αγορασμένα σε ταξίδια στα πέρατα του κόσμου. Χάθηκαν στο πέρασμα των χρόνων, εκτός από το Τραίνο και τον Ιπτάμενο Δίσκο, που από τότε που τα ξαναβρήκα καταλαμβάνουν περίοπτη θέση στη συλλογή μου.
Καταναγκαστική εργασία: Χρησιμοποιώ τον όρο με την κυριολεκτική του σημασία, συμπεριλαμβάνοντας κάθε είδος βιοποριστικής εργασίας.
Οι πίνακες: The Day before Christmas Eve (1892) και Christmas Μorning (1894) του Σουηδού ζωγράφου Carl Larsson.

1/12/10

ΠΥΡΑ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ

Ο ήρωας βασανιζόταν από αβάσταχτους πόνους, έσκιζε τις σάρκες του και σφάδαζε σαν πληγωμένο ζώο. Οι δικοί του άνθρωποι και ο γιός του Ύλλος τον μετέφεραν στην κορυφή της Οίτης κι εκεί στοίβαξαν ξύλα αγριελιάς και βελανιδιάς σ’ έναν μεγάλο σωρό. Όταν ο ετοιμοθάνατος ζήτησε να τον λυτρώσουν με μιά μεγάλη φωτιά, ο Ύλλος αρνήθηκε, δέχτηκε όμως ένας περαστικός κι άναψε τον σωρό.

Με αυτό τον τρόπο, εξαιτίας της ζήλιας μιας γυναίκας και του μίσους ενός τέρατος, υπέκυψε μέσα σε φοβερά βάσανα ο σπουδαιότερος ήρωας της φυλής μας. Ο μεγάλος πόνος ήταν η τελευταία του δοκιμασία πριν την αιώνια ζωή. Καθώς δυνάμωνε η φλόγα κι άστραφτε και βροντούσε, η εξαγνιστική δύναμη του πυρός απελευθέρωσε το θεϊκό πνεύμα από την θνητή σάρκα και μέσα σ’ ένα σύννεφο ο ημίθεος ανελήφθη στον ουρανό και δίπλα στον Πατέρα του στάθηκε πιά σαν «ήρως και θεός».
Επαληθεύτηκε έτσι για άλλη μια φορά το καθολικό δόγμα του Ευαγγελίου των Μαχών πως η οδύνη προηγείται πάντα της Βασιλείας των Ουρανών.

Τα σκεφτόμουν όλα αυτά καθώς νύχτωνε και φυσούσε κι εγώ συνεπαρμένος ακόμη από την φορτισμένη ατμόσφαιρα του μύθου, ψηλάφιζα τις γκρίζες πέτρες που οριοθετούν το sanctum sanctorum των πολεμιστών στον ελλαδικό χώρο.
Στο μαγικό βουνό, εκεί κοντά στη μεγάλη καταβόθρα που οδηγεί στον Άδη, άθεος πάντα και ορθολογιστής, προσευχήθηκα στον Σωτήρα για δύναμη, τραχύτητα και αντοχή. Κι έπειτα έσφιξα τα δόντια και πήρα τον δρόμο της επιστροφής...





Οι φωτογραφίες: Από το πρόσφατο προσκύνημά μου στον ιερό τόπο της Αναλήψεως του Σωτήρος, κοντά στο χωριό Παύλιανη. Στην τοποθεσία διατηρούνται ελάχιστα τμήματα από δωρικό ναό του 3ου αιώνα π.Χ.
Η γυναίκα, το τέρας, ο περαστικός: Η Δηιάνειρα, ο Κένταυρος Νέσσος, ο Φιλοκτήτης. Η ιστορία με τον χιτώνα και το μολυσμένο αίμα είναι ευρύτατα διαδεδομένη και γνωστή. Ο Φιλοκτήτης, σαν δώρο για την πράξη του, πήρε το τόξο και τα βέλη του ήρωα.
Η λατρεία του Ηρακλή: Στρατιωτική λατρεία του Ρωμαϊκού Κόσμου κατά την περίοδο των τεσσάρων πρώτων αιώνων μ.Χ. Ο Έλληνας θεάνθρωπος λατρευόταν επίσημα στη Ρώμη με κέντρο τον Μέγιστο Βωμό από τα τέλη ήδη του τέταρτου αιώνα π.Χ. Στο πρόσωπό του ενσαρκωνόταν η πίστη στον αγώνα τόσο στον πραγματικό κόσμο όσο και στον κόσμο των ιδεών, στο κοσμικό και στο μετακοσμικό επίπεδο. Οι κοινοί άνθρωποι επικαλούνταν τον Ηρακλή σαν πρότυπο και προστάτη και οι αυτοκράτορες - όπως ο Ιουλιανός - ενθάρρυναν την λατρεία του σαν αντίδοτο στην θρησκευτική παρακμή. Ο Ηρακλής ήταν πρότυπο αρετής και σταθερότητας για τους στωικούς και βέβαια συμβόλιζε τις ανθρώπινες δυνατότητες εξομοίωσης προς τους θεούς.

1/11/10

ΘΝΗΣΚΩΝ ΗΡΩΣ

«Όπως όταν από τους ανέμους που σφυρίζουν ξεσπούν οι θύελλες, την ημέρα που πάρα πολλή σκόνη σηκώνεται στους δρόμους και οι άνεμοι όλοι μαζί σηκώνουν σύννεφα μεγάλα από τη σκόνη, έτσι κι αυτοί ανακατώνονταν στη μάχη και λαχταρούσαν βαθιά τους να σκοτώνουν μέσα στο πλήθος ο ένας τον άλλο με μυτερό χαλκό. Η μάχη η θανατηφόρα έδειξε σα φουρτουνιασμένη θάλασσα από τα μακριά δόρατα, τα κοφτερά που βαστούσαν, και τύφλωνε τα μάτια η λάμψη του χαλκού από τις περικεφαλαίες που έλαμπαν, τους θώρακες τους φρεσκογιαλισμένους και τις λαμπερές ασπίδες, καθώς ανακατώνονταν.
Πολύ σκληρόκαρδος θα ήταν εκείνος που βλέποντας αυτή τη μάχη θα χαιρόταν και δε θα πονούσε η ψυχή του.»


Σκληρόκαρδος είμαι γιατί η ψυχή μου χαίρεται κάθε φορά που οραματίζεται τις επικές περιγραφές του Ομήρου. Οι θύελλες, η φουρτουνιασμένη θάλασσα, η εκτυφλωτική λάμψη του χαλκού συνθέτουν ιδανικό σκηνικό για τους ένοπλους άντρες που παίρνουν και δίνουν δόξα, τους ένδοξους εκείνους που αν και θνήσκοντες στη μάχη εντούτοις δεν παύουν να ζούν.
Γνωρίζω πως μάταια προσπαθώ να φανταστώ το λυκόφως των ηρώων ξεφυλλίζοντας βιβλία με κείμενα ή εικόνες καθισμένος στο άνετο γραφείο μου. Όμως επιμένω μέσα από την ιστορία και την τέχνη να αναζητώ σπαράγματα της αλήθειας.

Το ανατολικό αέτωμα του δωρικού ναού της Αφαίας Αθηνάς στην Αίγινα κατασκευάστηκε γύρω στο 490 π.Χ. και εικονίζει τον πρώτο Τρωικό Πόλεμο τιμώντας τον Αιγινήτη ήρωα Τελαμώνα που πολέμησε δίπλα στον Ηρακλή. Είναι γνωστό στους μυημένους πως τα γλυπτά της μεγάλης τέχνης της αρχαιότητας φανερώνουν με αποκαλυπτικό τρόπο την αλήθεια εκείνων των ιδεών που σκληρύνθηκαν μέσα στην ύλη. Σε κάποια εικόνα της σύνθεσης αυτού του αετώματος μου αποκαλύφτηκε κάποτε το πρότυπο του ήρωα που πεθαίνει στη μάχη.
Πεσμένος στη βάση του νοητού τριγώνου, με κράνος μόνο και ασπίδα σε ηρωική γυμνότητα, ο θνήσκων οπλίτης ατενίζει τις μαύρες πύλες του Άδη διατηρώντας το περίφημο, αρχαϊκό μειδίαμα στα χείλη. Από τότε που τον ανακάλυψα, διακαώς επιθυμούσα να τον συναντήσω.


Ό καχύποπτος φύλακας του μουσείου με κοίταζε με περιέργεια. Με παρατηρούσε καθώς έφερνα γύρους περιμετρικά του εκθέματος που με συγκλόνιζε. Κι όταν ακούμπησα τα δάχτυλά μου στην οπή του στήθους για να πιστοποιήσω την πληγή από το θανατηφόρο βέλος, τότε μου ζήτησε αυστηρά να μην αγγίζω το άγαλμα. Ψιθύρισα μιά ψεύτικη συγγνώμη, γυάλιζε το μάτι μου, δεν θυμάμαι πόση ώρα στεκόμουν σιωπηλός στο ίδιο σημείο πριν αποχωρήσω. Ένας από τους βασικούς λόγους του ταξιδιού μου στο Μόναχο ήταν η ευλαβής λαχτάρα μου να θαυμάσω από κοντά τον μαρμάρινο, θνήσκοντα πολεμιστή.

Επέστρεψα στην ηρεμία του γραφείου μου και μελετώ ξανά τα ιερά κείμενα. Συνεχώς έκτοτε με στοιχειώνει η μορφή του πληγωμένου ήρωα που γέρνει το κεφάλι του στη μάχη... σαν παπαρούνα μέσα σε κήπο, που βάρυνε από τις ανοιξιάτικες δροσοσταλίδες...!

«...Κι αυτός σωριάστηκε όπως σωριάζεται βαλανιδιά ή λεύκα ή πεύκο ψηλό που ξυλουργοί το έκοψαν με τα φρεσκοακονισμένα τσεκούρια τους πάνω στα βουνά, για να γίνει ξύλο γιά καράβι...»

«Βρόντησε καθώς έπεσε και το δόρυ έμεινε μπηγμένο στην καρδιά του, που καθώς σπαρταρούσε έκανε να τρέμει και η ουρά του κονταριού.»

«...κι έγειρε το κεφάλι του από τη μια μεριά, σαν παπαρούνα μέσα σε κήπο, που έχει βαρύνει από το σπόρο της και από τις ανοιξιάτικες δροσοσταλίδες. Έτσι από τη μια μεριά έγειρε το κεφάλι του, καθώς το βάρυνε η περικεφαλαία.»






Οι φωτογραφίες: Από την τελευταία επίσκεψή μου στην Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Το άγαλμα βρισκόταν αρχικά τοποθετημένο στην αριστερή γωνία του ανατολικού αετώματος του ναού της Αφαίας. Πιθανότατα είναι δημιούργημα του Αιγινήτη γλύπτη Ονάτα.
Ο πρώτος Τρωικός Πόλεμος: Η εκστρατεία του Ηρακλή κατά της Τροίας με σκοπό να εκδικηθεί τον βασιλιά Λαομέδοντα γιατί δεν του έδωσε τα αθάνατα άλογά του σαν ανταμοιβή όταν ο Ηρακλής τον απάλλαξε από το κήτος του Ποσειδώνα.
Τα αποσπάσματα: ΙΛΙΑΣ (Ν 334-344 και Π 482-484, Ν 442-444, Θ 306-308), σε μετάφραση Ο. Κομνηνού - Κακριδή.



9/10/10

ΠΑΓΟΣ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ

Κυλά με την ομίχλη, πανάρχαιο, και διασχίζει
Όπως το βέβαιο σπαθί την έμφυτή σου αγωνία
Και που να καταφύγω μες στην ανώφελη και φαύλη ανταρσία ;
Έχω στοιχειώσει! Το Γαλάζιο! Το Γαλάζιο! Το Γαλάζιο!


Φασματικός και στοιχειωμένος κρύβομαι από τους ανιχνευτές συνείδησης στον παγωμένο άξονα των κόσμων. Στα γαλανά σύνορα του βορρά αναζητώ το χαμένο αντίβαρο της ασύμμετρης ζυγαριάς. Μόνον εκεί αναστέλλω τις εκκρεμότητες και αναλογίζομαι την πτώση στην αρχή. Μόνον εκεί ο ψυχρός άνεμος μου μεταφέρει ευεργετικά ξόρκια και υποσχέσεις μεταμόρφωσης στο τέλος της τροχιάς.


Στους αντίποδες, το είδωλο του εαυτού μου με προκαλεί ειρωνικά υπολογίζοντας χαμένες ευκαιρίες και δυνατότητες εξαγοράς. Καλοπληρωμένος υπάλληλος του συστήματος επιβιώνει «αξιοπρεπώς» στην σάπια γραφειοκρατία των χρηματιστών ενώ εγώ ξεθωριάζω ονειρευόμενος τους μαγεμένους των παραμυθιών.

Ξεθωριάζω αλλά παραμένω ανάλγητος και υπερόπτης. Λατρεύω τον αρκτικό Ήλιο και περιφρονώ τους ξένους θεούς. Δεν συμμορφώνομαι προς τις υποδείξεις, αποφεύγω την εξομολόγηση, αρνούμαι την υποταγή. Φρουρώ τον πολικό πύργο, απερίσκεπτος, ανυπόστατος και μελαγχολικός.

Γνωρίζω με βεβαιότητα πως καμμιά μαγική επωδή δεν θα μπορούσε σήμερα να με σώσει από την τιμωρία μιας αδιάφορης ζωής. Οι αντιφάσεις που με βασανίζουν, με υποχρεώνουν σε ανέντιμη ανοχή. Κάποια μέρα όμως θα ξεπεράσω το όριο της παραγραφής και τότε τα ψέματα θα τελειώσουν και θα σημάνει η ώρα της επιστροφής.

Υπομένω αγόγγυστα τον βάσανο του πάγου γιατί κάποτε θα επιστρέψω στο Βασίλειο της Φωτιάς.


Να μεγαλώνω πάντοτε, στα πόδια μου να νιώσω
ότι λατρεύουν οι άλλοι,
να μεγαλώνω σαν το δρύ, κι έπειτα να τελειώσω
σα μιά φωτιά μεγάλη.






Τρία χρόνια: Πολεμική Σημαία - Ηλιακό Οχυρό.
Οι στίχοι του πάγου και της φωτιάς: Στον πρόλογο, η τελευταία στροφή από το ποίημα L’azur του Stephane Mallarme (1842-1898), σε μετάφραση του Πάνου Σταυρινού. Στον επίλογο, η τελευταία στροφή από το ποίημα O TOI QUI SUR MES JOURS… του Jean Moréas (Ι. Παπαδιαμαντόπουλος, 1856-1910), σε μετάφραση του Κώστα Καρυωτάκη.
Ο πίνακας: NORTH WATCH. Το κορυφαίο έργο του αμερικανού ζωγράφου Ken Kelly. Ο ίδιος σχολιάζει το θέμα του: «Here I wanted to convey both a sense of adventure and a sense of loneliness. I kept the character confident but alone, with plenty of grays all around him.»
Χρησιμοποίησα συμβολικά για πρώτη φορά τον πολεμιστή του πίνακα, στην WFotS 22 (HM Νo141, Οκτώβριος 1996) στο βασικό, ιδεολογικό κείμενό μου ΗΛΙΟΣ, ΗΡΩΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΡΟΠΙΑ.

15/9/10

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ

Απ’ όλους τους Έλληνες νεορομαντικούς ποιητές του περασμένου αιώνα, ο Κώστας Ουράνης είναι ο αγαπημένος μου.
Η πρώτη μου γνωριμία με την ποίησή του οφείλεται στην φιλόλογο μητέρα μου, που συνήθιζε να απαγγέλει στίχους του σ’ εμένα και τον αδερφό μου όταν ήμασταν μικροί για να μας εντυπωσιάσει. Αργότερα μελέτησα μόνος μου τις συλλογές του ξεπερνώντας την μέτρια SPLEEN (1912) για να βυθιστώ στην αισθαντική ατμόσφαιρα που δημιουργούσαν οι ΝΟΣΤΑΛΓΙΕΣ (1920) κι έπειτα οι ΑΠΟΔΗΜΙΕΣ, ποιήματα δημοσιευμένα σε διάφορα περιοδικά, που συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά στην μεταθανάτια έκδοση των ποιημάτων του.

Ο Ουράνης γεννήθηκε το 1890 στην Κωνσταντινούπολη και έζησε τα παιδικά του χρόνια στο Λεωνίδιο, τόπο καταγωγής της μητέρας του. Σπούδασε στο εξωτερικό αν και δεν ολοκλήρωσε ποτέ τις σπουδές του. Διορίστηκε γενικός πρόξενος στη Λισσαβώνα το 1920 και επέστρεψε στην Αθήνα το 1924. Συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες και ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο σαν απεσταλμένος ανταποκριτής και δημοσιογράφος. Παντρεύτηκε δύο φορές, την πρώτη φορά με Πορτογαλλίδα και τη δεύτερη με γνωστή Ελληνίδα κριτικό. Αρρώστησε νεαρός από φυματίωση και νοσηλεύτηκε γιά δύο χρόνια σε σανατόριο στο Νταβός της Ελβετίας. Δεν ξεπέρασε ποτέ τα προβλήματα υγείας στα χρόνια που ακολούθησαν και τελικά πέθανε από καρδιακή προσβολή σε σανατόριο στην Αττική, το 1953.

Ο Ουράνης είχε προσωπικότητα μποέμ και κοσμοπολίτη και ήταν θαυμαστής του Μπωντλαίρ και των συμβολιστών. Θιασώτης του ευρωπαϊκού πολιτισμού και κληρονόμος των ιπποτικών ιδεωδών αλλά και αναγκαστικά δέσμιος του νεωτερικού κόσμου και των κοινωνικών συμβάσεων δεν έπαψε να βασανίζεται από μεταφυσική νοσταλγία και τάσεις φυγής. Οικονομικά ευκατάστατος αστός μπορούσε να ταξιδεύει με άνεση στην φυσική γεωγραφία του κόσμου του όχι όμως και να ξεφύγει από την εποχή του.

Καταφεύγω συχνά στα ποιήματά του, που με συναρπάζουν και με παρασύρουν σε ρομαντικά αδιέξοδα: Δον Κιχώτης, Ιουλιανός, Edward VI, η Φράγκισσα, Ζωή, η Ζωντανή Νεκρή, η Αγάπη, Απόγονος, Vita Nuova και τόσα άλλα, που συνδέουν παρελθόν και μέλλον υπηρετώντας τον υψηλό σκοπό της Ποίησης. Στα καλύτερά του, στους τελευταίους στίχους αποκαλύπτονται στους μυημένους αναγνώστες σημαντικά θραύσματα της αλήθειας και του νοήματος του Κόσμου.
Από τις παράξενες αγάπες του έως τους θλιβερούς απολογισμούς του, ο Ουράνης επαναπροσδιορίζει με τον δικό του τρόπο έννοιες, συναισθήματα και διαθέσεις όπως η μελαγχολία και η αξιοπρέπεια, κυρίως η επιθυμία επιστροφής προς την αληθινή μας πατρίδα.
Οι τρόποι έκφρασης, τα θέματα, ο υποκειμενισμός του, οι φιλολογικές του επιρροές με αντιπροσωπεύουν σε τέτοιο βαθμό ώστε κάποιες φορές αυτοβιογραφούμαι επιλέγοντας φράσεις και νοήματα μέσα από τους στίχους του.


ΜΑΣΚΕΣ
Γιά να ’μαι ευχάριστος σε όλους,
-κι ακόμα και στον εαυτό μου-
έκρυψα πάντοτε με μάσκες
που αρέσουνε το πρόσωπό μου

κι άλλαξα τόσες στη ζωή μου,
που τώρα πια να μη μπορώ
τ’ αληθινό το πρόσωπό μου
να πω ποιό είναι μήτ’ εγώ!

Έτσι, ο θάνατος σα θα ’ρθει,
δε θα ’ναι η στέρηση μεγάλη:
θ’ αφήσω μιάν ανυπαρξία
γιά να περάσω σε μιάν άλλη...

ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ
Ψυχή μου, μένε αδιάφορη στα γύρω σου και σ’ όλους
Τους ανθρώπους που αγκομαχάν σέρνοντας τη ζωή τους,
Σ’ εκείνους όπου απ’ τη χαρά σα με κρασί μεθάνε
Κι όσους στην ίδια στέκουνται ψηλά εκτίμησή τους
Σ’ όσους τον πόνο τους μπροστά στον κόσμον όλον κλαίνε
Γιά προς τον άδειον ουρανό τα χέρια τους υψώνουν
Και σ’ όλους όσους στη ζωή βάλαν σκοπό να φτάσουν
Και σέρνουνται, παρακαλούν, προδίνουνε, ιδρώνουν.
Πέρνα από μέσα τους ψυχρή και μακρυνή ως κυρία
Που, όταν στο δρόμο οι πρόστυχοι ζητάν να της μιλήσουν,
Μαζώνεται ακατάδεχτη γιά να μην της αγγίσουν
Κι απ’ τον εξώστη της Ζωής κοίταζε μεσ’ στον κόσμο,
Έτσι καθώς οι ευγενείς τους χωρικούς κοιτάζαν,
Όταν κάτου απ’ τους πύργους των, τις σκόλες, διασκεδάζαν.

ΑΔΕΙΑ ΖΩΗ
Την άδεια, την ακίνητη ζωή μου
κοιτάω μ’ ένα βλέμμα νυσταγμένο:
- είμαι σα μάταιη βάρδια σ’ ένα πλοίο
από καιρό πολύ παροπλισμένο.

Σα βρώμικα νερά και λιμνασμένα
με ζώνουν οι συνήθειες κ’ οι ρουτίνες
- κι ούτε θυμάμαι πιά να είχα ακούσει
να με καλούν στο πέλαγος Σειρήνες...

Ανώφελα - το ξέρω! - κι αν σαλεύουν
κάποτε πόθων, μέσα μου, φτερά:
δε μέλλεται ν’ αστράψει στη ζωή μου
κανείς μεγάλος πόνος ή χαρά.

Άβουλος, με τους ίδιους τους ανθρώπους
τις ίδιες άδειες μέρες θε να ζήσω,
μ’ ένα σαράκι - πάντα - να με τρώει:
νικήθηκα χωρίς να πολεμήσω...


Οι Μάσκες αλλάζουν ανάλογα με τις περιστάσεις και η Αξιοπρέπεια δύσκολα διακρίνεται από την ψυχρότητα και την υπεροψία. Έτσι κι αλλοιώς Άδεια ζωή θα ζήσουμε σε βρωμερή ειρήνη. Ο μεγάλος πόλεμος που λαχταρούσαμε δεν έγινε ποτέ, η σημαία είναι ψεύτικη και οι υποσχέσεις κενές.

Kι εγώ σαν ένας ευγενής, στερνός της γενεάς μου, ρεμβάζω σε μιά παλαιή και σάπια πολυθρόνα, με σταυρωμένα τα λεπτά και κέρινά μου χέρια... ανάμεσα σ’ έπιπλα γοτθικά και σε τοιχογραφίες, διαβάζοντας παλαιικά βιβλία κ’ ιστορίες... νοιώθοντας όχι ως να πέθανα σε περασμένες εποχές... μα ως να μην έζησα ποτές...!



Ο Κώστας Ουράνης: Ποιητής, πεζογράφος και δοκιμιογράφος. Το αληθινό του όνομα ήταν Κώστας Νιάρχος. Πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του το 1908. Έγινε γνωστός εκτός από τα ποιήματα και γιά τα ταξιδιωτικά του βιβλία.
Τα Ποιήματα: Επανακυκλοφόρησαν από το Βιβλιοπωλείο της «Εστίας» τον Νοέμβριο του 2009 ακολουθώντας πιστά την πρώτη, μεταθανάτια, συγκεντρωτική έκδοση που είχε επιμεληθεί η δεύτερη σύζυγός του, το 1953.
ΜΑΣΚΕΣ – ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ – ΑΔΕΙΑ ΖΩΗ: Αυτοβιογραφία. Νικήθηκα κι εγώ χωρίς να πολεμήσω...
Η τελευταία φράση του κειμένου: Άσκηση αντιγραφής από επιλεγμένους στίχους του ποιητή.

25/8/10

ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ

«Οι γυναίκες από μουσική, ποίηση και εικαστικές τέχνες δε νιώθουν τίποτε. Κι αν καμώνονται πως τάχα κάτι καταλαβαίνουν και δείχνουν ενδιαφέρον γι’ αυτά, τούτο δεν είναι τίποτε άλλο από πιθηκισμός, μιά επιτηδευμένη και προσποιητή δήθεν κλίση γιά ν’ αρέσουν στους άντρες. Ο λόγος που οι γυναίκες δε συγκινούνται αισθητικά είναι ότι δε μπορούν ποτέ να ενδιαφερθούν γιά κάτι χωρίς ιδιοτέλεια.»

Πριν από 22 χρόνια και έχοντας ήδη κάποιες εμπειρίες από το άλλο φύλο που με προϊδέαζαν γιά τα χειρότερα, αποφάσισα να επιχειρήσω ένα πειραματικό σχέδιο χειραγώγησης συμπεριφοράς. Επέλεξα μιά άπειρη δεκαεξάχρονη με απότερο σκοπό να επηρεάσω την προσωπική της εξέλιξη μέσα σε καθορισμένα πλαίσια αισθητικής και τάξης. Μακροπρόθεσμα ευελπιστούσα σε μιά γυναίκα πρότυπο και στον απόλυτο έλεγχο της σχέσης μας. Σήμερα γελάω με το απίστευτο θράσος μου όμως εκείνη την ηρωϊκή εποχή πίστευα πως μπορώ να καταφέρω τα πάντα.


Η μικρή ήταν όμορφη, λεπτή, λευκόδερμη με μακρυά πόδια και κορακίσια μαλλιά. Ήταν επίσης έξυπνη και υπάκουη, πληρώντας όλες τις προδιαγραφές μιάς δυνητικής Δέσποινας των στοχασμών. Η αλήθεια είναι πως στην αρχή την έβλεπα μάλλον ουδέτερα και συχνά την κακομεταχειριζόμουν, όμως με το πέρασμα του χρόνου την ερωτεύτηκα και στο τέλος μου έγινε απαραίτητη.
Τα πρώτα χρόνια η σχέση μας εξελισσόταν σύμφωνα με τις προσδοκίες μου. Την βοηθούσα στα Νέα Ελληνικά και στα Μαθηματικά, διάλεγα τα φορέματα και τα εσώρουχά της, της αγόραζα κούκλες και στολίδια, κατάρτιζα το πρόγραμμα, οργάνωνα τη μελέτη και τη ψυχαγωγία, έθετα κρίσιμα ερωτήματα και απαντούσα σε δύσκολες απορίες.
Όμως η αληθινή ζωή δεν είναι πειραματικό εργαστήριο κι όταν τέλειωσε η πρώτη περίοδος τα πράγματα πήραν άσχημη τροπή. Η λατρεία που παλαιότερα διέκρινα στα μάτια της άρχισε μέρα με τη μέρα να ξεθωριάζει γιά να αντικατασταθεί τελικά από ένα καταστροφικό πνεύμα αντιλογίας. Η προστατευόμενή μου είχε σχέδια δικά της και απαιτήσεις που εγώ δεν επιδοκίμαζα.

Η μικρή πέτυχε στις πανελλαδικές εξετάσεις σε πανεπιστήμιο της επαρχίας κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας. Το τελευταίο καλοκαίρι κάναμε μαζί ένα ταξίδι διακοπών με συνεχείς διαφωνίες και βίαιους τσακωμούς που εξάντλησαν και τα τελευταία περιθώρια επικοινωνίας.
Υπηρετούσα σαν ΔΕΑ κάπου στη Μακεδονία όταν με εγκατέλειψε. Συγκλονίστηκα. Δεν άντεχα την ιδέα πως με απέρριψε το ίδιο μου το δημιούργημα. Κατέρρευσε η ψευδαίσθηση που είχα οικοδομήσει και μαζί της ένα μέρος της ψυχολογικής μου πανοπλίας. Η αποτυχία του κωμικού μου εγχειρήματος με οδήγησε στο ναδίρ της προσωπικής μου αυτοεκτίμησης και αναπόφευκτα σε γενική επαναξιολόγηση δεδομένων και ιδεών.

Αργότερα αναγνώρισα τουλάχιστον ένα ελαφρυντικό στον εικοσιτριάχρονο εαυτό μου: εκείνος δεν γνώριζε πως οι γυναίκες είναι ανεπίδεκτες πνευματικότητας και πως από τη φύση τους έχουν προδιαγεγραμμένη πορεία και απροσδιόριστες επιθυμίες...
Πέρασε καιρός πριν επανακάμψω. Πήρα ένα σκληρό μάθημα αλλά εμπέδωσα βασικούς κανόνες. Το παιχνίδι είναι στημένο και οι γυναίκες έχουν τις δικές τους επιδιώξεις, είτε τις συναντάς στη διπλανή πόρτα είτε στα Παραμύθια της Χαλιμάς.

Παρ’ όλα αυτά, σε κάποια επόμενη ιστορία, ο Μαύρος Ιππότης δεν απέφυγε την παγίδα της Χιονάτης...




Η εισαγωγή: Σκέψεις του Σοπεγχάουερ γιά τις γυναίκες, που όμως δεν είχα τότε μελετήσει...
Χρονολογία μετάβασης: 1989-1991.
Ο πίνακας: Πορτραίτο της Bettie Page (1923-2008) από τον Αμερικανό ζωγράφο Jim Silke. Το απόλυτο σεξουαλικό είδωλο όλων των αντρών, που σέβονται τον αντρισμό τους.

5/8/10

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΘΕΟΣ


Βουλιάζει η γη στη θάλασσα κι ο ήλιος
Έχει μαυρίσει και τα άστρα
Πέφτουν καυτά απ’ τον Ουρανό
Καπνοί ανεβαίνουν και ξεσπούν σε φλόγες
Ο ουρανός πήρε φωτιά.


Στον μεγάλο ναό της Ουψάλας το άγαλμα του Θορ δέσποζε στο μέσον, ανάμεσα στον Όντιν και τον Φρέυρ. Γιός του Όντιν και της Έρντα και υπέρμαχος των άλλων θεών συνδύαζε χαρακτηριστικά υπερασπιστή των χωρικών και θεού του πολέμου. Θεός του ανέμου, του κεραυνού και της καταιγίδας προστάτευε τους πιστούς του από τις επιδημίες και τους λιμούς και καθαγίαζε τους ρούνους, τα όπλα και τα σπαρτά. Έφερε στο κεφάλι του το φλεγόμενο στέμμα με τα αστέρια και είχε στην κατοχή του τη ζώνη της δύναμης, τα σιδερένια γάντια και το φοβερό σφυρί Μιόλνιρ.


Όταν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θορ έπαιξε στο κοσμικό θέατρο τον προκαθορισμένο του ρόλο. Στην τελευταία μάχη ο Λόκι ξέφυγε από τα δεσμά του και πολέμησε με τον Χέιμνταλ μέχρι θανάτου. Ο τερατώδης σκύλος Γκαρμ αλληλοσκοτώθηκε με τον Τυρ κι ο Φένριρ με τα σαγόνια του να αγγίζουν τον ουρανό κατάπιε τον Όντιν. Ο Δαίμονας της φωτιάς κατέβαλε τον Φρέυρ κι έκαψε ολόκληρη τη γη. Οι λύκοι καταβρόχθισαν τον ήλιο και το φεγγάρι και τ’ αστέρια έπεσαν από τον ουρανό. Κι ο Θορ αν και νίκησε το Παγκόσμιο Ερπετό, δηλητηριασμένος υπέκυψε κι αυτός στο σκοτεινό πεπρωμένο των παλαιών Θεών.

Καμμιά χρυσή εποχή δεν ακολούθησε το Ράγκναροκ παρά τις προφητικές εξαγγελίες. Η νέα Μίντγκαρντ μαστιζόταν από τα προαιώνια δεινά της ανθρωπότητας και δεν ξεπέρασε ποτέ το θάνατο των αθανάτων. Στον σύγχρονο κόσμο η ασύμμετρη επικράτηση του ορθολογισμού είχε εξοστρακίσει τη μυθολογία στο περιθώριο της κοινωνικής πραγματικότητας. Μονοθεϊστικές θρησκείες της ερήμου μονοπωλούσαν τα υπολλείματα του θρησκευτικού συναισθήματος και η ανισορροπία μεταξύ Λόγου και Μύθου συντηρούσε την επίσημη τέχνη της παρακμής.

Ωστόσο, ο Θορ επέστρεψε ξαφνικά μέσα από μια πύλη που δεν περίμενε κανείς: τα εικονογραφημένα παιδικά αναγνώσματα της σύγχρονης Αμερικής, τα κόμικς της Μάρβελ που εύστοχα αποκαλούνται pulp μυθολογία του εικοστού αιώνα. Κατά ειρωνεία της τύχης τον ανέστησαν δύο Αμερικανοεβραίοι της Νέας Υόρκης στο τεύχος 83 του περιοδικού Journey into Mystery, τον Αύγουστο του 1962. Σε μια εξωφρενική ιστορία των Stan Lee και Jack Kirby με ιπτάμενους δίσκους και Κρόνιους πετρανθρώπους, ο Θορ εισήλθε πανηγυρικά στην μαζική παραγωγή της εφηβικής ψυχαγωγίας. Όχι πιά ώριμος κοκκινογένης με πλατύγυρο καπέλο μα νεαρός ξανθομάλλης με φτερωτό κράνος, ξεπρόβαλλε κραδαίνοντας το πολεμικό σφυρί του από το εξώφυλλο του Kirby κατευθείαν στο συλλογικό ασυνείδητο της ποπ κουλτούρας. Μαζί του επέστρεψαν η Άσγκαρντ, η Βαλχάλα, η Νίφλχαϊμ, η Γιότουνχαϊμ και το ξαχασμένο πάνθεο των Βορείων: η Σιφ και ο Χέιμνταλ, η Χέλα του θανάτου, η Μπρουνχίλδη, ο μισητός Λόκι κι ο αγαπημένος Μπάλντερ.

Στην εξέλιξη του πρώτου σεναρίου, ο χωλός γιατρός Don Blake ανακάλυπτε μέσα σε μια σπηλιά ένα μαγικό ραβδί και μαζί με αυτό την θεϊκή του ταυτότητα: στο ταπεινό σώμα του ενσαρκωνόταν ο περήφανος γιός του Όντιν, τιμωρημένος απο τον πατέρα του να βιώσει την ανθρώπινη φύση και να διδαχθεί την ταπεινοφροσύνη.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Θορ πρωταγωνίστησε σε αμέτρητες περιπέτειες μοιρασμένες ανάμεσα στις μεγαλουπόλεις του εικοστού αιώνα και τους πύργους της Άσγκαρντ. Κάτω από το σημάδι του Σφυριού και πέρα από τις προθέσεις των εκδοτών εξελίχτηκε σταδιακά στο μυθικό, αντίπαλο δέος των πλαστικοποιημένων και δημοκρατικών ηρώων τύπου Σούπερμαν και Κάπταιν Αμέρικα.

Σε τελευταία ανάλυση, ενώ οι άλλοι αρχαίοι θεοί χαίρουν σήμερα ελάχιστα ίχνη λατρείας από ξεμωραμένους γέροντες σε κρυφούς ναούς, ο Θορ αντλεί απεριόριστη ενέργεια από χιλιάδες νεαρούς αναγνώστες που καταθέτουν ολοφάνερα την πίστη τους σε μηνιαίες συνδρομές.
Μαζί τους κι εμείς ξεφυλλίζουμε τις πολύχρωμες σελίδες των περιοδικών του ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα καρέ της μεγάλης Σάλας των Θεών που πάντα θα ποθούμε...




Η μεγάλη εικόνα: Το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους του πιό πρόσφατου κύκλου ιστοριών από τον Αμερικανό ζωγράφο Arthur Suydam. (Σεπτέμβριος 2007, non-zombie cover, Thor Vol 3 #1, J. Michael Straczynski, Olivier Coipel, Mark Morales).
Η μικρή εικόνα: Το εξώφυλλο του Journey into Mystery #83. Εικονογράφηση του Jack Kirby. Στα πρώτα τεύχη η πλοκή της ιστορίας ήταν του Stan Lee (Stanley Lieber) αλλά το κείμενο είχε γραφτεί από τον μικρότερο αδερφό του Larry Lieber.
Οι στίχοι της εισαγωγής: Από ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΣΙΒΥΛΛΑΣ της Αρχαίας Έδδας, σε μετάφραση του Γιάννη Υφαντή.

Το φτερωτό κράνος του Thor: Πιθανότατα δάνειο από τους Σάξωνες που μάχονταν τον πρίγκιπα Valiant στις μνημειώδεις σελίδες του Hal Foster.
Ημέρα έκδοσης του κειμένου: Η ημέρα της εβδομάδας Πέμπτη (Thursday), που τιμητικά φέρει το όνομά του.

2/7/10

ΚΙΤΡΙΝΗ ΣΗΜΑΙΑ

Το κεφάλι του Ζίκο σε κίτρινο φόντο ατενίζει το μέλλον στα Πρωταθλήματα του Κόσμου, στα ανοιχτά Τέρματα της Γης. Ο Ζίκο, ήρωας της μπάλας και σύμβολο μιας εποχής, προσωποποιεί ατέρμονα όνειρα νεότητος και χαράς.


Κι εγώ αναβαπτίζομαι κάθε τέσσερα χρόνια κάτω από τη σημαία του σε μια περιοδική ιεροτελεστία εξαγνισμού. Κατά τη διάρκειά της απορρίπτω την αυστηρή λογική και μεταμορφώνομαι σε παθιασμένο οπαδό. Διαγράφω τον πραγματικό χρόνο και δίχως αναστολές αναζητώ νέα ταυτότητα στο συλλογικό ασυνείδητο μιας κατά φαντασίαν κοινότητας.

Το Μουντιάλ είναι απλώς η αφορμή και οι σημαίες και τα εμβλήματα υπογραμμίζουν μια ιδιόμορφη τελετή ενηλικίωσης. Η αίσθηση της απώλειας από ένα άδικα χαμένο παιχνίδι πριν από εικοσιοκτώ χρόνια επανέρχεται με κάθε νέα ήττα και με πονάει σαν πρόσφατη πληγή. Το τραύμα είναι βαθύ και παράλογο και η αλυσίδα των αναμνήσεων με κρατάει φυλακισμένο στο παρελθόν. Η ηττημένη Βραζιλία των δεκαέξι χρόνων μου - ο Ζίκο, ο Σώκρατες, ο Έντερ, ο Φαλκάο - αυτή είναι η αληθινή, δική μου Εθνική.

Άδειασαν τα γήπεδα και η παράσταση τελείωσε. Ο πόλεμος στο γήπεδο είναι εφηβική γιορτή. Κι αν νικήσαμε κι αν χάσαμε, το τελευταίο λάκτισμα διαδέχεται πάντα η μελαγχολία. Και η ζωή συνεχίζεται στον κόσμο της προγραμματισμένης κοινοτοπίας δίχως παράταση μέχρι να περάσουν ακόμη τέσσερα χρόνια... και να συναντηθούμε στο Μαρακανά...!




Η Σημαία: Προσωπογραφία του Artur Antunes Coimbra. Λευκή Βραζιλία, 1982.

Ο τελευταίος αγώνας: Ολλανδία - Βραζιλία 2-1. Σήμερα τέλειωσε για μας το Μουντιάλ.
Τα αντικείμενα αναφοράς: Τα 640 αυτοκόλλητα του ιππότη της Panini. Οι 22 μικροί παίχτες στο παροπλισμένο, επιτραπέζιο ποδοσφαιράκι μου. Η μοναδική φανέλα της Βραζιλίας του 1982 με το κύπελο Rimet στο σήμα - πιστό αντίγραφο από την TOFFS (The Old Fashioned Football Shirt Co.).
Το εξαιρετικό λεύκωμα THE TREASURES OF THE WORLD CUP των Keir Radnedge και Mark Bushell (2006).

26/6/10

VICTORY WORLD CUP

Βραζιλία, 1958
Βραζιλία - Σουηδία 5-2
Σουηδία (Rasunda, Stockholm)

Βραζιλία, 1962
Βραζιλία - Τσεχοσλοβακία 3-1
Χιλή (Estadio Nacional, Santiago de Chile)

Βραζιλία, 1970
Βραζιλία - Ιταλία 4-1
Μεξικό (Azteca, Ciudad de Mexico)

Τρείς φορές κατακτήθηκε το ιερό δισκοπότηρο της στρογγυλής θεάς και την τρίτη αποδόθηκε μόνιμα στον νικητή. Κι έπειτα η αρχαιοελληνική Νίκη αντικαταστάθηκε από μια άμορφη, «πανανθρώπινη» καρικατούρα. Στον νεωτεριστικό, μεταπολεμικό κόσμο η αισθητική της παλιάς Ευρώπης φάνταζε τόσο ξεπερασμένη όσο και τα ιδανικά της. Στην επιφάνεια άλλαξαν πολλά, στο βάθος όμως λίγα. Στην ουσία του, το ποδόσφαιρο παρέμεινε παιχνίδι των αντρών, παιχνίδι των εθνών, παιχνίδι των ζητωκραυγών.

Μπροστά στην οθόνη μου το γήπεδο παίρνει φωτιά. Με ντρίπλες, με πάσες, με κεφαλιές και φάλτσα, με κεραυνοβόλα σουτ η Βραζιλία επιτίθεται στα εχθρικά τέρματα. Κι εγώ, όπως κάθε τέσσερα χρόνια, ξεχνάω τη θρησκεία, την ιστορία και την πολιτική και βλέπω μόνον τη μπάλα στη σέντρα και τα δίχτυα στη μικρή περιοχή.

Ένα μοναχικό νέφος συναισθηματικής φόρτισης περιβάλλει την κίτρινη φανέλα που φορώ: δίψα για καθαρή χαρά, πάθος για άγρια φυγή... αδιέξοδη επένδυση της φαντασίας, του ταλέντου, της φτερωτής Νίκης που στο μέλλον έχω υποσχεθεί...!


Βραζιλία, 1994
Βραζιλία - Ιταλία 0-0 (3-2 στα πέναλτι)
ΗΠΑ (Rose Bowl, Los Angeles)

Βραζιλία, 2002
Βραζιλία - Γερμανία 2-0
Νότια Κορέα / Ιαπωνία (International Stadium, Yokohama)

Βραζιλία, 2010
Βραζιλία - .............. ...-...
Νότια Αφρική (Soccer City, Johannesburg)





Η πρώτη εικόνα: Το κύπελο Rimet, δημιουργία του Γάλλου γλύπτη Abel Lafleur. Η θεά Νίκη υψώνει ένα οκτάπλευρο κύπελο. Ο Γάλλος Jules Rimet, επί 34 χρόνια (1920-1954) πρόεδρος της FIFA και πρωτεργάτης του Παγκοσμίου Κυπέλου, έδωσε για μια μεγάλη περίοδο το όνομά του στη διοργάνωση (1946-1970, the Jules Rimet Cup).
Η δεύτερη εικόνα: Ο αρχηγός της Βραζιλίας του 1970, Κάρλος Αλμπέρτο, παραλαμβάνει το Τρόπαιο Ζιλ Ριμέ για τελευταία φορά.
Η τρίτη εικόνα: Το αντίστοιχο, Subbuteo τρόπαιο Rimet.

5/6/10

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΕΝΑΝ ΥEA

Η παρακάτω σκηνή διαδραματίζεται μπροστά από ένα στρατολογικό γραφείο πριν από περίπου είκοσι χρόνια. Σύμφωνα με την διαδικασία και για να γίνω αρχικά υποψήφιος κι έπειτα δόκιμος έφεδρος αξιωματικός (ΥΕΑ και ΔΕΑ), θα έπρεπε εκτός από κάποιες στοιχειώδεις γραπτές εξετάσεις και αθλήματα, να περάσω επίσης από συνέντευξη ψυχολόγου.

Ο ψυχολόγος με ρωτάει με σοβαρότητα γιατί θέλω να γίνω Δόκιμος. Κι εγώ του απαντώ χωρίς δεύτερη σκέψη ότι πιστεύω πως είναι τιμή να είσαι Έλληνας Αξιωματικός.
Ο ψυχολόγος με ακούει με περιέργεια και επανέρχεται με γελαστό ύφος: έλα τώρα... δεν χρειάζεται να υποδύεσαι... πες μου την αληθινή αιτία... Κι εγώ του απαντώ μπερδεμένος και με κάποιο δισταγμό πως την αλήθεια λέω... θα αισθανόμουν υπερήφανος σαν Αξιωματικός στον Ελληνικό Στρατό.
Ο ψυχολόγος προσπαθεί μάλλον να ανιχνεύσει κάποια ψυχική διαταραχή και επιμένει κοιτάζοντάς με ειρωνικά: λοιπόν... είσαι μορφωμένο παιδί... θα μου πεις έναν σοβαρό λόγο για να προχωρήσουμε τη συνέντευξη...

Αντιλαμβάνομαι έγκαιρα πως ο ηλίθιος που έχω απέναντί μου μπορεί και να με απορρίψει λόγω ακαταλληλότητος χαρακτήρα. Και τότε φορώ το προσωπείο μου και επιτέλους του λέω χαμογελώντας αυτά που θέλει να ακούσει: δηλαδή πως αποτιμώ θετικά ότι το μεσημέρι θα φεύγω από το στρατόπεδο, πως θα πληρώνομαι κάποια χρήματα, πως θα μπορώ να κυκλοφορώ με πολιτική ενδυμασία κλπ...
Ο κρετίνος ψυχολόγος νεύει συγκαταβατικά, σχεδόν με ανακούφιση, και τα πράγματα παίρνουν το δρόμο τους.

Αργότερα, στη σχολή των ΥΕΑ σαν Βητάς, υπαρχηγός κι εκπαιδευτής, θα διαβάζω καθημερινά στους αμίλητους Αλφάδες, σε στάση προσοχής πριν την σκληρή, σωματική άσκηση, αποσπάσματα από το Σπαρτιατικό Δίκαιο:
«...Ήταν ουσιώδες μέρος του συστήματος του Λυκούργου ότι οι Σπαρτιάτες δεν αφιέρωναν το χρόνο τους σε χρηματιστικές δραστηριότητες, αλλά σε στρατιωτικά καθήκοντα. Οι αγροτικές δουλειές και η παραγωγή αγαθών γίνονταν από τους είλωτες και τους περιοίκους και απαγορευόταν στους Σπαρτιάτες να ασχολούνται μ’ αυτά...»

Οι περισσότεροι από τους απρόθυμους ακροατές μου - συμμαθητές, απόφοιτοι Πολυτεχνείων που πρoτίμησαν την σχολή Δοκίμων για ωφελιμιστικούς λόγους - θα με θυμούνται σαν εξωγήινο από τον πλανήτη Άρη.
Κι εγώ όμως εκείνη την περίοδο θα συνειδητοποιήσω οριστικά πως στο μέλλον θα πρέπει να υπομείνω μια ζωή ανάμεσα σε είλωτες και περιοίκους.




Ο πίνακας: Προσωπογραφία του Στρατηγού Βοναπάρτη (1797), του Jacques-Louis David (1748-1825).
Το Σπαρτιατικό Δίκαιο: Συνοπτική έκθεση του δικαίου της Σπάρτης, του Βρετανού καθηγητή D.M. MacDowell. Το βιβλίο, που με συντρόφευε καθ’ όλη τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας.
Η μάσκα του υποκριτή: Δυστυχώς, έγινε με τα χρόνια από εργαλείο επιβίωσης, όργανο αλλοτρίωσης και δεύτερος εαυτός μου. Είλωτας ή περίοικος κι αυτός...

23/5/10

SAIL AWAY ON SHIPS OF WONDER

Ο Frank Frazetta και ο Ronnie James Dio, με διαφορά λίγων ημερών ο ένας από τον άλλον, αποδήμησαν πρόσφατα στον Κύριο του Φωτός. Πέθαναν δυστυχώς γέροι και άρρωστοι σε μαλακά κρεβάτια και δεν θα τους δεχτούν στις πύλες της Βαλχάλλα. Όμως με το έργο τους στη Μέση-γη πλήρωσαν τουλάχιστον το αντίτιμο για τα πλοία, που από τα Γκρίζα Λιμάνια θα τους μεταφέρουν στον ονειρικό κόσμο του Λυκόφωτος.

Ο Frazetta ζωγράφιζε ρίχνοντας πάγο στη φωτιά και δόξαζε τον σκυθρωπό Κιμμέριο και τους Πολέμαρχους του Άρη. Κι ο Dio τραγουδούσε με δύναμη και πάθος για τους δράκους και τις πριγκίπισσες των βασικών μας μύθων.
Μπορεί τα ανθρώπινα πρόσωπα να γέρασαν όμως οι επικές εικόνες και τα λυρικά τραγούδια είναι παντοτινά. Κι αυτά μας ενέπνευσαν και μας συγκίνησαν, μας παρηγόρησαν και μας έδειξαν το φως μέσα στο σκοτάδι.

We believed we’d catch the rainbow
Ride the wind to the sun
Sail away on ships of wonder

Κι αν τα χρόνια πέρασαν και δεν καταφέραμε να αδράξουμε το ουράνιο τόξο, κι αν ο ηλιακός άνεμος και τα πλοία των θαυμάτων έμειναν υποσχέσεις στα τραγούδια, εμείς πάντως ποτέ δεν αποκαθηλώσαμε τα είδωλα. Αντιθέτως, μετατρέψαμε σε οχυρό το εικονοστάσιο και μέσα του φρουρούμε τη μαγική φωτιά.

Οι ήρωες της εφηβείας μας δεν θα χαθούν ποτέ. Γιατί εμείς αντίθετα στο χρόνο θα παραμείνουμε έφηβοι. Έφηβοι και χεβυμεταλλάδες.




Ronnie James Dio: Ronald James Padanova (1942 - 2010). Ένας από τους πιό σημαντικούς τραγουδιστές στην ιστορία του Heavy Metal.
Frank Frazetta: Frank Frazzetta (1928 - 2010). Ο σπουδαιότερος ζωγράφος Fantasy του εικοστού αιώνα.
Οι στίχοι: Του R. J. Dio, από το τραγούδι Catch the Rainbow (1975).
Η εικόνα: Το εξώφυλλο του άλμπουμ RAINBOW RISING (1976). Έργο του Aμερικανού ζωγράφου Ken Kelly, παλιού μαθητή και προστατευόμενου του Frazetta.

9/5/10

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΚΑΙ ΧΡΕΟΣ

Οι νεοέλληνες είναι σήμερα αντιμέτωποι με τις συνθήκες ιστορικής καταστροφής που οι ίδιοι διαμόρφωσαν για τη χώρα. Αποχαυνωμένοι από μιά ανήθικη και παρατεταμένη ευημερία θα αντιμετωπίσουν σύντομα τους εφιάλτες τους. Η δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει το ευνουχισμένο κράτος τους δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας. Το διεθνές σύστημα των τοκογλύφων, αυτό που γιγαντώθηκε μετά την επικράτησή του στον τελευταίο, μεγάλο πόλεμο θα φροντίσει για την τιμωρία τους.

Ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός του κράτους και η χρεοκοπία ήταν αποτέλεσμα της καθολικής και χρόνιας διαφθοράς της κοινωνίας. Οι νεοέλληνες επιθυμούσαν να καταναλώνουν όλο και περισσότερο δουλεύοντας όλο και λιγότερο ενώ απαιτούσαν από το πελατειακό τους κράτος προσλήψεις, παροχές, εγγυήσεις, ανοχή και προστασία. Το δημοσιοϋπαλληλικό όνειρο των μαλθακών έγινε σταδιακά η επίσημη πολιτική επιβίωσης του έθνους.


Ο λαός εξαχρειώθηκε και παραμένει στην έσχατη κατάντια. Οι επιχειρηματίες αντλούν τα κέρδη τους από το κράτος, οι υπάλληλοι λαδώνονται στις εφορίες και τις πολεοδομίες, οι αγρότες τεμπελιάζουν στα καφενεία περιμένοντας τις επιδοτήσεις, οι φοιτητές κάνουν διδακτορικά γιά να αυξήσουν τα μόρια πρόσληψης στο δημόσιο, οι γιατροί πουλάνε ακριβά φάρμακα στους ετοιμοθάνατους, οι στρατιωτικοί αντιλαμβάνονται τον στρατό σαν ένα σίγουρο επάγγελμα με σταθερό μισθό, οι δάσκαλοι διδάσκουν το χάος και την ισοπέδωση και οι ανίκανοι πολιτικοί υπόσχονται απρόσκοπτη διανομή δανεικών χρημάτων σε όλους. Ο αλόγιστος δανεισμός και το μαύρο χρήμα, η διαφθορά και η ατιμωρησία, η αναξιοκρατία, οι αρπαχτές, τα ρουσφέτια, οι μίζες, η ασυδοσία, τα παραφορτωμένα καρότσια με αγαθά στα υπερκαταστήματα, όλα περιγράφουν μιά διαβρωμένη κοινωνία.

Η κορυφή του προβλήματος είναι βεβαίως το συλλογικό πολιτισμικό ιδεώδες: ο ευδαιμονισμός χωρίς όρια και χωρίς τίμημα. Η ρίζα όμως του προβλήματος βρίσκεται στο παιδαγωγικό σύστημα που δεν διαχωρίζει τους ικανούς από τους άχρηστους και δεν προετοιμάζει τους δεύτερους για τις υποδεέστερες θέσεις που τους αναλογούν.
Το στρεβλό πρότυπο απασχόλησης είναι ξεκάθαρο και αναμενόμενο από όλους πριν καν τελειώσουν την βασική εκπαίδευση: οι λίγοι άξιοι και νοήμονες κάπως θα βρουν τον δρόμο τους δουλεύοντας σκληρά, οι πολλοί μέτριοι και πονηροί θα βολευτούν μέσω της κομματοκρατίας στο δημόσιο και οι απόκληροι μαζί με τους πολυάριθμους μετανάστες θα κάνουν τις καθημερινές, απωθητικές και κατώτερες εργασίες.

Δεν τρέφω κανένα σεβασμό γιά τους σύγχρονους Έλληνες. Οι πλουσιότεροι χαρακτηρίζονται από ιδιοτέλεια, επιτήδευση και πλεονεξία ενώ οι φτωχότεροι από βαναυσότητα και κουτοπονηριά. Όλοι τους είναι αμαθείς, άξεστοι, ανεύθυνοι και φυγόπονοι. Όλοι τους πιστεύουν πως αξίζουν το καλύτερο, πως δικαιούνται τα πάντα, πως το δίκιο είναι πάντα με το μέρος τους. Η αναρχική κοινωνία τους δεν στηρίζεται σε αξίες και ιδανικά αλλά στην διευκόλυνση και τον συμβιβασμό.

Δεν αξίζει στους σύγχρονους Έλληνες ούτε οίκτος, ούτε κατανόηση, ούτε συμπάθεια. Η θεά Αθηνά τους έχει από καιρό αποκληρώσει και το βλέμμα της Μέδουσας θα τους πετρώσει πριν αναζητήσουν την προέλευση των φιδιών. Ανιστόρητοι και ανυποψίαστοι, μάταια θα απορούν γιατί τους αρνήθηκε τη σωτηρία ο ήρωας των προγόνων τους, Περσέας.

Όσο για μένα... εγώ θα συνεχίσω να επιβιώνω στο παρελθόν. Με λίγους συντρόφους, ψεύτικα σπαθιά και ετοιμόρροπους πύργους θα συνεχίσω να αντιστέκομαι στο αποκρουστικό παρόν. Θα περιμένω την επιστροφή των αληθινών Ελλήνων, αυτών που οριστικά θα αποκαταστήσουν τον χαμένο σύνδεσμο με το μέλλον.


Ο πίνακας: Μέδουσα (1597) του Michelangelo Merisi da Caravaggio. Η αποκομμένη κεφαλή είναι ζωγραφισμένη πάνω στην ασπίδα της Θεάς.

23/4/10

ΜΕΛΙΣΣΑ ΚΑΙ ΒΕΣΤΑΛΗ

Στην αρχαία Ρώμη οι Βεστάλες συντηρούσαν την ιερή φλόγα στο ναό της Εστίας, στη Ρωμαϊκή Αγορά. Ιέρειες της Vesta, θεάς της οικογενειακής εστίας, οι παρθένες Vestales κρατούσαν αμόλυντη την πόλη. Παραβίαση του καθήκοντος, ιεροσυλία της σαρκικής αγάπης και σβήσιμο της φλόγας σπίλωναν ανεπανόρθωτα την καθαρότητα της φυλής. Η ατίμωση επέφερε ως μέγιστη τιμωρία την καταδίκη της μνήμης. Κι όχι μόνον ολική εξάλειψη του ονόματος αλλά και ενταφιασμό πριν τον θάνατο.


DAMNATIO MEMORIAE
C…
VIRGINI VESTALI MAXIMAE

Λευκό το Φόρουμ κ’ έρημο απ’ το φεγγάρι κάτου.
Στην ησυχία, ένα σκυλί θρηνητικά αλυχτάει
κάπου μακρυά. Κατάμονη στο Ιερό η Βεστάλη,
το φως της Ρώμης ζωντανό μεσ’ στη νυχτιά φυλάει.
Άξαφνα, σ’ ένα θόρυβο που ακούστηκε, πετιέται,
σωριάζει ξύλα στη φωτιά κι αθόρυβα έξω βγαίνει:
δεν ξέρει πως είναι στιγμές οι ώρες της Αγάπης
και σε μιά πλάναν αγκαλιά – πρώτη φορά – ξεχνιέται.
Τί κι αν εσβήστηκε η φωτιά στο Ιερό, Βεστάλη,
τί κι αν σε θάψουν ζωντανή κι από το άγαλμά σου
το βέβηλο θα σβήσουνε, Ποντίφισσα, όνομά σου ;
Μιά τέτοια νύχτα τη ζωή ολάκερην αξίζει...

Τη γλύκα που απ’ την ηδονή στα χείλια σου έχει ανθίσει,
αν και νεκρή, μιά μέλισσα θα ’ρθεί να την τρυγήσει.



Όμως τί κι αν η θεά απέσυρε πρόσκαιρα την προστασία της από την πόλη... Η Μεγάλη Μητέρα επιβλέπει την αγνότητα στη γη. Τα δάκρυα δεν ωφελούν άπιστη Βεστάλη και θα σε θάψουν ζωντανή. Και τη φωτιά της Εστίας μια μέλισσα της Δήμητρας θα ξανανάψει. Το νέκταρ απ’ το άνθος σου, κάποια συλλέκτρια θα φέρει στην κυψέλη. Κι εγώ θα περιμένω εκεί μεταμορφωμένος σε κηφήνα. Για χάρη του Μέγιστου Ποντίφικα και του Ρωμαϊκού Λαού θα τιμήσω το μέλι που θα παραχθεί...



Ο πίνακας: Lachrymae, του Lord Leighton. Λατινικά δάκρυα.
Το ποίημα: Του Κώστα Ουράνη από την συλλογή ΝΟΣΤΑΛΓΙΕΣ.
Η μέλισσα: Σύμβολο μυητικής ανάστασης. Μέλισσες - ιέρειες της Δήμητρας και της Αρτεμης.

1/4/10

ΕΜΠΡΟΣΘΟΦΥΛΑΚΗ

«Κλαγγή μεγάλη έβγαζαν τα όπλα αυτών που έρχονταν, γιατί χτυπούσαν κάθε τόσο στα κλαριά των καρυδιών και των βαλανιδιών. Στους θώρακες οι κρίκοι αναπηδούσαν και στις ασπίδες πάνω τα δόρατα χτυπούσαν. Το δάσος όλο αντιλαλεί, το σίδερο ασπίδων και θωράκων αντηχεί.»
.....
«Α, συγχώρα με, Κύριέ μου και Θεέ μου! Είναι άγγελοι αυτοί που αντικρύζω εδώ!»
…..
«Εγώ θα λατρέψω τούτον εδώ κι όλους τους αγγέλους ύστερα απ’ αυτόν. Πέφτει ευθύς γονατιστός και λέει στη σειρά όλες τις προσευχές που του ’χει μάθει η μάνα του.»
.....
«Είσαι ο Θεός;
Όχι! Πώς είναι δυνατόν;
Και ποιός είσαι λοιπόν;
Ένας ιππότης.
Ιππότης; Δεν το χω ξανακούσει το όνομα αυτό κι ούτ’ έχω δει κανέναν που έτσι να τον λέγαν. Μα είσαι ωραιότερος απ’ το Θεό. Και να σου μοιάσω θα ’θελα. Πλασμένος σαν εσένα, έτσι αστραφτερός να ήμουνα κι εγώ!»
…..
«Μητέρα σώπα! Γιατί σήμερα, περνώντας από το Γκαστ Φορέ, είδα τα ωραιότερα πλάσματα που υπάρχουν. Είναι πιό όμορφα απ’ όσο θαρρώ πως είν’ ο ίδιος ο Θεός κι όλοι του οι αγγέλοι».


Κάποτε στη Δύση, απρόσμενη συνάντηση έλαβε μέρος στην αρχή της εποχής των θαυμάτων. Πέντε σιδερόφραχτοι ιππότες με πολύχρωμα λάβαρα, με μαύρα στολίδια και ασημένιες πανοπλίες διέσχιζαν καλπάζοντας το Δάσος της Επαγγελίας όταν ένα αγροτόπαιδο πετάχτηκε άξαφνα μπροστά τους, μέσα από τις σκιές. Έπεσε στα γόνατα κι άρχισε να προσεύχεται σαν να είδε δαίμονες να βγαίνουν από τα έγκατα της κόλασης...

Όμως δεν υπάρχει κατάλληλη προσευχή που να δεσμεύει το πεπρωμένο. Ο πρώτος από τους συντρόφους τον πλησίασε καθησυχαστικά. Το αγόρι ήταν αγαθό, άβγαλτο, με φωτεινά μάτια. Θαμπώθηκε από τις στολές και τα χρώματα και ρωτούσε να μάθει γιά τα δόρατα, τους θώρακες και τις ασπίδες. Οι αφελείς του ερωτήσεις προκάλεσαν αμηχανία στους μοιραίους ιππότες της αναπόφευκτης στιγμής.

Η συνάντηση έληξε σύντομα μα πέρασαν αιώνες για να συνειδητοποιήσω πως εκείνος ο απλοϊκός Ουαλός ήταν ο επερχόμενος Βασιλιάς του Γκράαλ. Υπηρετώντας κάποια θεία ειρωνεία, ο εκλεκτός που στο μέλλοντα χρόνο δεν θα έθετε τις κρίσιμες ερωτήσεις στο ιερό κάστρο, ρωτούσε τότε στο δάσος να μάθει τα προφανή.

Ο «γιός της χήρας» γύρισε μεταμορφωμένος στο σπίτι του και μέσα σε τρείς μέρες ξεκίνησε για το ταξίδι του στον κόσμο. Θα χριζόταν σύντομα ιππότης και στο τέλος της πολύχρονης αναζήτησής του, Φύλακας της Λόγχης και Κύριος του Δισκοπότηρου.
Συχνά από τότε συλλογίζομαι τα ανυπόκριτα λόγια του ακολουθώντας κι εγώ το ταπεινό μου μονοπάτι: Είναι οι ιππότες της γης ωραιότεροι από τις διάπυρες διατάξεις των ουρανών...

Με την πρόταση αυτή ανοίγει ουσιαστικά το πρώτο κεφάλαιο του ιερού Ευαγγελίου της Φρουράς. Όλα είναι γραμμένα εκεί με γοτθικό ύφος και λατινική αυστηρότητα, με κέλτικες τριάδες και ελληνικά γράμματα.
Στην αρχή, αιρετική θεολογία για την ομορφιά των όπλων, την ανώτερη αρρενωπή πνευματικότητα και το υπερβατικό νόημα της πολεμικής ηθικής.
Έπειτα, αποκάλυψη για τους μύθους της δημιουργίας που φυλάσσονται σφραγισμένοι μέσα στο μαύρο σίδερο, για την ψυχή της λόγχης και για την ανδρική υπερηφάνεια που στοιχειώνει το ατσάλινο σπαθί.
Στο τέλος, κατήχηση για το απόλυτο πνεύμα της σύγκρουσης, την ηλιακή δόξα και την ψυχρή τιμή.

Ζούμε σε μιά σκοτεινή εποχή, όμως δεν χάθηκαν οι μαγικοί σπόροι της αυγής. Η καλλιέργεια της ιδέας του ωραίου καρποφορεί στην εγγύτητα του θανάτου στη μάχη. Και στην προσμονή μας ενεδρεύουν οι φύλακες της επιστροφής: ιδανικοί ιππότες, μύστες της αρχέγονης λατρείας του ξίφους, εκπεσμένοι άγγελοι, αριστοκράτες της ένοπλης αισθητικής.





Εμπροσθοφυλακή: Απόκρυφο εδάφιο από το ΚΑΤΑ ΠΑΡΣΙΦΑΛ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ.
Οι εικόνες: Ιππότες από τον Codex Manesse. Walther von Metze, Hartmann von Aue, Ulrich von Gutenburg, Heinrich von Rugge, Ulrich von Lichtenstein.
Τα αποσπάσματα: Από το ημιτελές έργο του Κρετιέν ντε Τρουά, ΠΑΡΣΙΦΑΛ (ή Το έπος του Γκράαλ).

1/3/10

NEBELMEISTER

O μύθος της ταχύτητας με συναρπάζει. Παραμένει για μένα ένα δοκιμασμένο και διεγερτικό μέσο απελευθέρωσης από τους περιορισμούς του φοβικού μου εγώ. Το προσδοκώμενο είναι ένα μεταφορικό πέρασμα στην αχρονική κατάσταση των μυστηρίων, εκεί όπου η έκσταση ήταν ανέκαθεν εισιτήριο προς τον κόσμο των θεών. Στην ταχύτητα κρύβεται η αλήθεια με τον τρόπο της περιδίνισης της μέθης κι ο χρόνος στον παρανομαστή της μεταβάλλεται κυκλικά. Ευλογημένοι οι ιεροφάντες της, όσοι δοκιμάζουν την αντοχή της ύλης και εξαρθρώνουν τον χρόνο γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν το μέλλον.
Όμως, όπως έχω ξαναγράψει... όλοι μου οι άγιοι έζησαν αληθινά και πέθαναν νέοι. Ο θάνατος απελευθερώνει μόνον όταν φτάνει σαν προάγγελλος μεταμόρφωσης στη μεθόριο της χώρας των αθανάτων.


Ο Bernd Rosemeyer πριν καν κλείσει τα 30 του χρόνια, στις 28 Ιανουαρίου του 1938, ημέρα Παρασκευή στις 11:46 ακριβώς, μπήκε στην λεωφόρο της αθανασίας οδηγώντας το ασημένιο του όχημα με πάνω από 400 χλμ/ώρα. Άνεμοι σταλμένοι από τους Άζεν τον πήραν μαζί τους στη χώρα των μέτρων, των προτύπων και των άφοβων τρελών.

Η πρώτη γνωριμία μου μαζί του οφείλεται στο αγαπημένο μου μονοθέσιο Auto Union type C. Κινούμενο ανάμεσα στις χίμαιρες των απερίσπαστων λογισμών το θρυλικό, σιδερένιο άλογο με οδήγησε κάποτε στον αληθινό του αναβάτη.
Ο Rosemeyer ξεκίνησε την καριέρα του σαν οδηγός αγώνων γιά την αγωνιστική ομάδα μοτοσικλετών της Auto Union. Τον Νοέμβριο του 1934 τον δοκίμασαν στα νέα αγωνιστικά αυτοκίνητα της εταιρίας και πέρασε κατευθείαν από τις μοτοσικλέτες στα σιδερένια θηρία. Στην πραγματικότητα δεν είχε οδηγήσει έως τότε άλλου είδους αυτοκίνητο παρά μόνον μηχανές.
Η πρώτη του συμμετοχή έγινε στον αγώνα Avus-Rennen με Auto Union type B τον Μάιο του 1935 και λίγους μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, κέρδισε την πρώτη του νίκη στην Τσεχοσλοβακία αφήνοντας πίσω του τον θρυλικό Ιταλό οδηγό Nuvolari.

Την τριετία 1935-1937 έλαβε μέρος σε 31 αγώνες επιπέδου Grand Prix και κέρδισε 10 από αυτούς.
Στην πίστα Nurburgring στο Eifelrennen, τον Ιούνιο του 1936 νικώντας ξανά τον Nuvolari και τον επίσης θρυλικό οδηγό Caracciola σε συνθήκες σχεδόν μηδενικής ορατότητας με βροχή και πυκνή ομίχλη, κέρδισε το παρωνύμιο του Κυρίαρχου της Ομίχλης. Έγινε Πρωταθλητής Ευρώπης του 1936 και η τελευταία του νίκη ήταν στο GP του Donnington με Auto Union type C, στις 2 Οκτωβρίου του 1937. Τον ίδιο μήνα κατέρριψε απανωτά ρεκόρ ταχύτητας (3 world records, 16 class records) με ένα ειδικά κατασκευασμένο υπεραυτοκίνητο της Auto Union.

Υπερασπιζόμενος την πρωτιά του, ο Rosemeyer σκοτώθηκε τρεις μήνες αργότερα. Στις 28 Ιανουαρίου του 1938, ο Caracciola για λογαριασμό της Mercedes-Benz θα προσπαθούσε και θα κατάφερνε να σπάσει το ρεκόρ ταχύτητας σε μια προκαθορισμένη διαδρομή στον αυτοκινητόδρομο Frankfurt-Darmstadt. Λίγο αργότερα ο Rosemeyer θα δοκίμαζε υπό πίεση την τύχη του παρά το δελτίο καιρού, που προέβλεπε δυνατούς ανέμους. Οι βιαστικές μετατροπές, που είχαν αλλοιώσει την δυναμική του υπεραυτοκινήτου δίχως επαρκείς δοκιμές σε συνδυασμό με τον δυνατό, πλευρικό άνεμο που τον παρέσυρε ήταν η πραγματική αιτία του δυστυχήματος. Για την ακρίβεια, η ταχύτητα πριν τον εκτροχιασμό ήταν 429,60 χλμ/ώρα, ένα χιλιόμετρο μεγαλύτερη από εκείνη του Caracciola.

Είπαν πως ο Bernd Rosemeyer πρόβαλλε σαν μετεωρίτης στο στερέωμα, μια βολίδα μέσα από την ομίχλη. Ήταν φυσικό ταλέντο, ανορθόδοξος και αντικονφορμιστής, επαναστάτης χωρίς αιτία αλλά και λοχαγός των SS (SS-Hauptsturmführer). Ζούσε μόνον για τους αγώνες ταχύτητας αδιαφορώντας για τα χρήματα και τις αμοιβές. Πέθανε γρήγορα και νέος. Έτσι κι αλλοιώς δεν επρόκειτο να ζήσει για πολύ. Στον επερχόμενο παγκόσμιο πόλεμο θα ακολουθούσε με στατιστική ακρίβεια την ολέθρια μοίρα των τελευταίων μαύρων ιπποτών, σε κάποια μονάδα των Waffen-SS στα σύνορα της Ευρώπης.

Δίπλα στον αυτοκινητόδρομο Frankfurt-Darmstadt, κοντά στην διασταύρωση Langen-Morfelden έχει στηθεί μια λιτή στήλη στη μνήμη του, ένα ορόσημο που κάποτε σκοπεύω να επισκεφτώ.
Στο μέτρο που έχει κάποια αξία, οι προθέσεις μας και τα πρότυπα μας καθορίζουν. Προσέτι, η επίκληση του απαιτητικού κόσμου της επίτασης ίσως να είναι η μοναδική μας ευκαιρία για έμπνευση και σωτηρία.





Nebelmeister: Fog Master.
Bernd Rosemeyer: Γεννήθηκε στο Lingen, Lower Saxony τον Οκτώβριο του 1909. Παντρεύτηκε την δημοφιλή αεροπόρο Elly Beinhorn τον Ιούλιο του 1936. Τον Νοέμβριο του 1937 γεννήθηκε ο μοναδικός του γιός.
Νίκες επιπέδου Grand Prix: 29/9/1935 Czech GP, 14/6/1936 Eifelrennen, 26/7/1936 German GP, 15/7/1936 Coppa Acerbo, 23/7/1936 Swiss GP, 13/8/1936 Italian GP, 13/6/1937 Eifelrennen, 5/7/1937 Vanderbilt Cup, 15/8/1937 Coppa Acerbo, 2/10/1937 Donington GP.
Η κηδεία: Στο Βερολίνο, με στρατιωτικές τιμές από την πρότυπη φρουρά Leibstandarte Adolf Hitler και μουσική υπόκρουση το Funereal March του Beethoven.

4/2/10

ΠΙΣΤΩΣΗ ΧΡΟΝΟΥ

Όλοι μου οι άγιοι έζησαν αληθινά και πέθαναν νέοι. Άλλοι αυτοκτόνησαν, άλλοι σκοτώθηκαν στη μάχη, άλλοι απλώς ολοκλήρωσαν γρήγορα την επίγεια αποστολή τους. Έζησαν σε διαφορετικές κι άνισες εποχές κι όμως, ακράδαντα πιστεύω πως όλοι τους αναστήθηκαν στον ιδανικό κόσμο των ηρώων και των ποιητών. Εκεί γνωρίζονται μεταξύ τους, ανταλλάσσουν φιλοφρονήσεις και προετοιμάζουν την προφυλακή της ανώτερης ανθρωπότητας.

Όσο γιά μένα, που ζω ψεύτικα... φυλακισμένος μέσα σε σκληρές αλήθειες, τους ονειρεύομαι μα δεν τολμώ να τους αντικρύσω κατάματα. Γιατί αυτοί που νίκησαν τη Μέδουσα οικειοποιήθηκαν το πέτρινο βλέμμα της και μόνον μέσα από τα κάτοπτρα μιας ορισμένης πνευματικότητας γίνονται προσπελάσιμοι.
Άλλωστε, όπως γράφει ο φιλόσοφος με το σφυρί, εγώ... ζω από την πίστωση που έκανα ο ίδιος στον εαυτό μου, πιθανόν να είναι απλώς μια προκατάληψη το ότι ζω...




Ο επίλογος: Από τον πρόλογο του ECCE HOMO (1888) του Φρίντριχ Νίτσε.
Η εικόνα: Study of Perseus (1881) του Edward Burne Jones.

17/1/10

ΤΟ ΜΝΗΜΕΙΟ, ΟΙ ΕΥΖΩΝΕΣ ΚΑΙ Η ΧΑΜΕΝΗ ΤΙΜΗ ΜΑΣ

Εκ πρώτης όψεως, το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη βρίσκεται σε κοινή θέα, στην Πλατεία Συντάγματος, μπροστά στη Βουλή των νεοελλήνων. Βιαστικοί διαβάτες το προσπερνούν χωρίς να το προσέχουν, αυτοκίνητα πηγαινοέρχονται ασταμάτητα στους γύρω δρόμους και σμήνη τουριστών το φωτογραφίζουν χαζεύοντας τους τσολιάδες. Ανάμεσα σε κοσμοπολίτικα ξενοδοχεία, καφετέριες και πολυκαταστήματα, μοιάζει σαν ξεχασμένο αξιοθέατο μιας άλλης εποχής: παράταιρο πολεμικό και ακίνητο στοιχείο στο μέσον μιας ειρηνόφιλης κοινωνίας, που σφύζει απο εμπορική κινητικότητα.
 
 
Για όσους όμως γνωρίζουν την αλήθεια, το Μνημείο παραμένει αθέατο στα σύνορα δύο Κόσμων. Ακριβώς πίσω του απλώνεται ο απέραντος λειμώνας των ασφοδελών, το ανήλιο λιβάδι των ψυχών. Ο Ήλιος, βυθισμένος στον μυθικό Ωκεανό, ποτέ δεν λάμπει εκεί όπου συρρέουν ο Αχέροντας κι ο Κωκυτός, η Στύγα κι ο Πυριφλεγέθοντας κι αρχίζει η επικράτεια των νεκρών. Το Μνημείο είναι μια μυστική πύλη προς εκείνο το ξεχωριστό πεδίο του λειμώνα όπου περιφέρονται οι ψυχές των πεσόντων στις μάχες των Ελλήνων. Οι σκιές τους διατηρούν τη μορφή που είχαν κατά την πτώση τους και τις ανοιχτές πληγές των χτυπημάτων. Φορούν τους θώρακες και τις πανοπλίες τους, τα κράνη και τις ματωμένες τους χλαίνες. Και σ' αυτούς δεν βασιλεύει ο Άδης και η Περσεφόνη αλλά ο κορυφαίος ήρωας, ο Αχιλλέας των Αχαιών.

Αν και μπροστά στη Βουλή, το ιερό Μνημείο των αγνώστων στρατιωτών, που για αιώνες σκοτώνονταν στα πεδία των μαχών για την Φυλή, την Πατρίδα και την Ελευθερία του Έθνους καμμιά σχέση δεν έχει με απατηλές έννοιες όπως η ισότητα και η δημοκρατία. Αντιθέτως, λόγω της ιδιαίτερης φύσης του αποτελεί εστία καθαρότητας, που αντιδιαστέλλεται προς το διαλυμένο σύγχρονο κράτος, το σάπιο πολιτικό σύστημα, την διεφθαρμένη άρχουσα τάξη και τους κακομαθημένους και απόλεμους πολίτες αυτής της χώρας.
 
Το Ηρώο φρουρούν δύο Εύζωνες τιμώντας, ακίνητοι και αμίλητοι, τις ψυχές των πεσόντων ενώ επιτηρούνται από έναν τρίτο παρατηρητή.
Πριν από λίγες ημέρες, στην Πλατεία Συντάγματος, κάποιοι ανισόρροποι αναρχικοί τοποθέτησαν βόμβα κοντά στον χώρο του Μνημείου. Όταν ενημερώθηκαν για την ύπαρξη της βόμβας, οι δύο φρουροί αρνήθηκαν, με νεύμα των ματιών τους, να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους και ο παρατηρητής πήγε και στάθηκε ανάμεσά τους. Οι τρείς νεαροί στρατιώτες από την επαρχία - που υπογραμμίζω πως υπηρετούσαν τη θητεία τους - έδειξαν με την ακλόνητη στάση τους πως ίσως και να μην έχουν όλα χαθεί.
Πριν από λίγες ημέρες, στην Πλατεία Συντάγματος, μπροστά στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, τρείς Εύζωνες διέσωσαν ότι λιγοστό έχει απομείνει από την τιμή μας.
 





Σχόλιο στην επικαιρότητα: Επιβεβλημένη εξαίρεση στην συνήθη πρακτική των κειμένων της Πολεμικής Σημαίας.
Το γεγονός: Ωρολογιακός, εκρηκτικός μηχανισμός τοποθετημένος μέσα σε κάδο απορριμάτων, εξεράγη λίγο πριν από τις οκτώ το βράδυ του Σαββάτου, 9 Ιανουαρίου 2010, λίγα μέτρα από το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Πριν την έκρηξη η περιοχή εκκενώθηκε όμως οι Εύζωνοι παρέμειναν στη θέση τους.
Οι Εύζωνοι: Επίλεκτες δυνάμεις του νεώτερου Ελληνικού Στρατού. Τα πρώτα τέσσερα Τάγματα οργανώθηκαν το 1867. Σύμβολο ανδρείας στη μάχη. Δυστυχώς, σήμερα εκτελούν μόνον καθήκοντα τελετουργικού χαρακτήρα.

1/1/10

ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΙ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣ

Αρχάγγελος Μιχαήλ: Σε νίκησα κι όμως λυπούμαι, που η δύναμη και η ομορφιά σου θα χαθεί. Άναβες το σκοτάδι πριν κόψω τα μελανά δεσμά με το σπαθί. Κάποτε για τον Ήλιο πολεμούσαμε μαζί.
Εωσφόρος: Αμετανόητος θα εκτίσω την ποινή. Η ακατάβλητη θέληση για δύναμη θα με καθοδηγεί. Η ομορφιά μου δεν θα ξεχαστεί και στο τέλος ξανά θα πολεμήσουμε μαζί.


Όπως είναι γνωστό, στην αρχή του Χρόνου ο Αρχάγγελος της Τάξης μονομάχησε με τον Αρχάγγελο του Κάλλους, υπερίσχυσε και τον γκρέμισε στην άβυσσο.
Ευτυχώς, λίγο πριν τη χαριστική βολή, ο νικητής συγχώνευσε στο πρόσωπό του τις αρετές του ηττημένου, συστηματοποιώντας την ωραιότητα μέσα στους αυστηρούς κώδικες των διατάξεων. Κατέστη με αυτόν τον τρόπο, στους αιώνες των αιώνων ο μοναδικός Πρόμαχος του Φωτός.
Όμως είναι γραφτό πως πριν την τελική πυρπόληση του σύμπαντος οι Αρχάγγελοι θα συμφιλιωθούν. Αριστερά και δεξιά του Χρυσού Άστρου θ’ ανάψουν ταυτόχρονα τους σβηστούς πυρσούς. Ο Εωσφόρος θα ενδυθεί την αστραφτερή μορφή του και πρώτος θα προτάξει το δαυλό. Ο Μιχαήλ έπειτα θα υψώσει τη δική του ανεστραμμένη δάδα αποκαθιστώντας τη συμμετρία.
Οι Αρχάγγελοι της Νίκης θα συναντηθούν στο μέσον κάτω από τον Ήλιο και μαζί θα θυσιάσουν τον ιερό Ταύρο. Οι σκιές στον Άδη θα ξεδιψάσουν με το αίμα του και η Στρατιά των Αθανάτων μέσα στη φωτιά θα μετενσαρκωθεί.

Αλίμονο τότε στους θνητούς! Γιατί οι Αθάνατοι ήταν στην αρχή η πανάκεια του Κόσμου αλλά στο τέλος θα είναι ο όλεθρός του.





Ο πίνακας: The Fall of the Rebel Angels (1666), του Ιταλού ζωγράφου Luca Giordano.
Το κείμενο: Αποκαλυπτική άσκηση συγκριτικής μυθολογίας. Οι δύο Αρχάγγελοι του Χριστιανισμού ως Cauti και Cautopati περιβάλλουν τον Ταυροκτόνο Μίθρα. Όλοι τους «δαίμονες» από ξενόφερτες θρησκείες, που κυρίως μέσω της τέχνης, ενσωματώθηκαν στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. Παραμένω ασυγκίνητος ορθολογιστής.
Τα αγάλματα και το ανάγλυφο: Οι Δαδοφόροι ως ενσαρκώσεις του Μίθρα. Μαρμάρινη, αναθηματική παράσταση Ταυροκτονίας, αφιέρωμα απόστρατου Ρωμαίου λεγεωνάριου (της ΙΙ Augusta) στη Βρετανία.
Ο Ηράκλειτος: Διδάσκει πως «Η φωτιά όταν επέλθει θα κρίνει και θα καταλάβει τα πάντα» και πως «Οι αθάνατοι είναι θνητοί και οι θνητοί αθάνατοι. Αυτοί ζουν από το θάνατο εκείνων κι εκείνοι πεθαίνουν από τη ζωή αυτών».